Χθες, η Επιτροπή ενέκρινε δύο εκθέσεις σχετικά με την πρόοδο που έχει σημειωθεί στο πλαίσιο της πολιτικής της ΕΕ για το κλίμα το 2021: την έκθεση προόδου της ΕΕ σχετικά με τη δράση για το κλίμα και την έκθεση για την ποιότητα των καυσίμων.
Ενώ οι εγχώριες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου στην ΕΕ αυξήθηκαν κατά 4,8% το 2021 σε σύγκριση με το χαμηλό επίπεδό τους το 2020 λόγω της πανδημίας, παραμένουν κατά 4% χαμηλότερες σε σχέση με τα επίπεδα του 2019. Συνολικά, οι καθαρές εγχώριες εκπομπές της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένου του τομέα της χρήσης γης, της αλλαγής χρήσης γης και της δασοκομίας, ήταν κατά 30% χαμηλότερες απ’ ό,τι το 1990. Συνολικά, η ΕΕ εξακολουθεί να βρίσκεται σε καλό δρόμο όσον αφορά την επίτευξη των στόχων της για το κλίμα, αλλά απαιτείται ταχεία δράση για να συμφωνηθούν και να εφαρμοστούν οι τελευταίες προτάσεις πολιτικής της Επιτροπής, ώστε να επιτευχθεί ο στόχος της μείωσης των καθαρών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά τουλάχιστον 55% έως το 2030. Η δέσμη προτάσεων για την προσαρμογή στον στόχο του 55% (Fit for 55), η οποία βρίσκεται επί του παρόντος υπό διαπραγμάτευση ανάμεσα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τα κράτη μέλη, είναι απαραίτητη για να διασφαλιστεί ότι το πλαίσιο πολιτικής της ΕΕ αυτή την κρίσιμη δεκαετία είναι κατάλληλο για την υλοποίηση της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας.
Ο Εκτελεστικός Αντιπρόεδρος για την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία κ. Φρανς Τίμερμανς δήλωσε σχετικά: «Τον τελευταίο καιρό, ο κόσμος αντιμετωπίζει πρωτοφανείς προκλήσεις. Η παγκόσμια κρίση στον τομέα της υγείας, η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και η αύξηση των τιμών της ενέργειας ανέδειξαν τα ευάλωτα σημεία μας, ενώ οι καταστροφικές επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης συνεχίζουν να είναι οφθαλμοφανείς. Παρά την αβεβαιότητα και τις τεράστιες προκλήσεις που πρέπει να αντιμετωπιστούν, η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία είναι και θα συνεχίσει να είναι το σχέδιο και ο οδηγός μας για μια ανθεκτική και κλιματικά ουδέτερη Ευρώπη. Συνεχίζουμε να εργαζόμαστε για την επίτευξη των στόχων της, προκειμένου να μειωθούν οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας και να τονωθεί η καινοτομία. Δεν πρέπει να τρέφουμε αυταπάτες ότι η μετάβαση αυτή θα είναι εύκολη, αλλά το ανθρώπινο και το οικονομικό κόστος θα αυξηθεί αν παραμείνουμε αδρανείς. Πολύ απλά, δεν έχουμε την πολυτέλεια να επιβραδύνουμε τη μετάβαση αυτή.»