Η Εθνική μας ομάδα ποδοσφαίρου ολοκληρώνει τη διαδρομή της στον όμιλο του Nations League επιδιώκοντας το απόλυτο. Να “γράψει” δηλαδή στο τέλος μόνο νίκες. Είναι αλήθεια πως τα δύο τελευταία παιχνίδια με Κύπρο και Βόρεια Ιρλανδία προσφέρονται για κάτι τέτοιο.
Όλοι οι αγώνες άλλωστε στον όμιλο μας έδωσαν την ευκαιρία να νιώσουμε σπουδαίοι, καθώς βρισκόμαστε στην τρίτη κατηγορία της διοργάνωσης, άρα και με ανάλογους αντιπάλους. Ασφαλώς υποδεέστερους από εκείνους που είχαμε συνηθίσει να αντιμετωπίζουμε, αλλά όπου φτωχός και η μοίρα του. Επομένως η λέξη “σπουδαίοι” δεν έχει πλέον την παραμικρή σχέση με εμάς…
Όχι, δεν είναι μίζερη η προσέγγιση, αλλά η ακριβής απεικόνιση της πραγματικότητας. Διότι δεν πρέπει να ξεχνάμε κι ότι μιλάμε για μία Εθνική ομάδα η οποία δεν έχει προπονητικό κέντρο. Μιλάμε για μία ομοσπονδία η οποία αφήνει το γήπεδο στον Άγιο Κοσμά σε άθλια κατάσταση και δεν ντρέπεται για αυτό κανείς.
Την ώρα δηλαδή που απαιτούμε από τους διεθνείς ποδοσφαιριστές να τα δίνουν όλα, για να εκπροσωπήσουν τη χώρα όπως εμείς θεωρούμε ότι της αξίζει, τους εντάσσουμε σε μία ομάδα που ζητιανεύει γήπεδα για να προπονηθεί.
Η Εθνική λοιπόν που είναι έτοιμη να τελειώσει τον όμιλο στην πρώτη θέση μόνο με νίκες, προπονήθηκε για αυτά τα ματς στο γήπεδο της Καλλιθέας και το προπονητικό κέντρο του Ατρόμητου. Ντροπή!
Αυτοί οι παίκτες που φοράνε τη φανέλα της Ελλάδας με ποια διάθεση μπορούν να έρχονται, όταν αφήνουν πίσω τους τα προπονητικά κέντρα των ομάδων τους στα κορυφαία πρωταθλήματα και γίνονται μέλη μίας Εθνικής που βλέπουν ότι δεν την υπολογίζει κανένας;
Η διοίκηση της ομοσπονδίας συμπεριφέρεται σαν να μην γνωρίζει ότι οι εθνικές ομάδες είναι δική της αρμοδιότητα. Εκτός εάν έχουν την εντύπωση πως το έργο που τους ανατέθηκε αφορά μόνο στην καρατόμηση των διαιτητών που δεν συμπαθούν…
Ο Γκουστάβο Πογέτ είναι ένας άνθρωπος έξυπνος κα προσαρμοστικός. Δεν θα είναι όμως καλό να “προσαρμοστεί” με τα δεδομένα που βρήκε. Όσοι από τους προκατόχους του το έκαναν απλά διασύρθηκαν. Δυνατό παράδειγμα ο Ρανιέρι και όχι το μοναδικό.
Κι εκείνος πάντως χρεωνόταν άδικες κλήσεις και παραγκωνισμούς παικτών. Αλλαγές παράλογες, κόντρα στη λογική των αγώνων και κατά συνέπεια κακά αποτελέσματα.
Πώς φτάσαμε την κουβέντα στον Ρανιέρι; Μα και σήμερα οι επιλογές του προπονητικού επιτελείου και ο τρόπος που αυτές γίνονται είναι ζήτημα προς μεγάλη συζήτηση. Ο Ζέκα γιατί δεν καλείται; Βασικός και ενεργός είναι στην Κοπεγχάγη, στο Champions League.
Ο Κώτσιρας δεν πρέπει να είναι μέλος αυτής της ομάδας; Οκ καλός και ο Ρότα, την ίδια ώρα που ο μπακ του Παναθηναϊκού είναι τραυματίας, όμως έτσι κι αλλιώς δεν υπήρχε διάθεση να κληθεί.
Η Ελλάδα του σήμερα δεν έχει καμία σχέση με την ομάδα που αγαπήθηκε στο παρελθόν. Όχι απαραίτητα με τα αποτελέσματά της αλλά και τη δουλειά που γίνεται γι αυτή.
Ο προπονητής της Ελλάδας δεν είναι αμέτοχος και δεν μπορεί να σηκώνει τα χέρια ψηλά σε όσα βρήκε. Οφείλει να κάνει κάτι για να τα αλλάξει.
Η δουλειά του ομοσπονδιακού τεχνικού δεν είναι μόνο το σύστημα και τα πρόσωπα που θα το απαρτίζουν. Χρειάζεται και χαρακτήρα μάνατζερ, σε όλα τα επίπεδα. Εκτός εάν αποφασίσουμε να κοροϊδευόμαστε για πάντα…