Τη Δευτέρα 15 Νοεμβρίου, η διαΝΕΟσις διοργάνωσε μια δημόσια διαδικτυακή συζήτηση για τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην Ελλάδα, με αφορμή τη δημοσίευση σχετικής έρευνας. Μπορείτε να παρακολουθήσετε ολόκληρη τη συζήτηση εδώ.
Στη συζήτηση, την οποία συντόνισε ο Διευθυντής Περιεχομένου της διαΝΕΟσις Θοδωρής Γεωργακόπουλος συμμετείχαν οι: Χρήστος Στυλιανίδης, Υπουργός Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας, Κωνσταντίνος Καρτάλης, Καθηγητής ΕΚΠΑ και επιστημονικός υπεύθυνος της μελέτης της διαΝΕΟσις για τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, Αθηνά Κουστένη, Αστροφυσικός, Διευθύντρια Ερευνών στο Αστεροσκοπείο Παρισίων, Γαλλία, και Δημήτρης Καραβέλλας, Γενικός Διευθυντής WWF Ελλάς.
Στην συζήτηση, μεταξύ άλλων ο Υπουργός Χρ. Στυλιανίδης προανήγγειλε την ίδρυση ενός σύγχρονου και τεχνολογικά αναβαθμισμένου Εθνικού Συντονιστικού Κέντρου Διαχείρισης Κρίσεων, με την υποστήριξη του Ταμείου Ανάκαμψης και άλλων ευρωπαϊκών ταμείων. «Θα είναι ένα μοντέλο διαχείρισης κρίσης», τόνισε, «που θα παίρνει πολιτικές αποφάσεις για να μειώνει τον κίνδυνο της απώλειας ζωών και όλων των άλλων προβλημάτων».
Προηγουμένως, την έναρξη της εκδήλωσης χαιρέτισε ο Διονύσης Νικολάου, Γενικός Διευθυντής της διαΝΕΟσις, ο οποίος υπογράμμισε την προτεραιότητα που έχει δοθεί από ιδρύσεως του οργανισμού, σε θέματα που αφορούν στην κλιματική αλλαγή και στην «πράσινη» βιώσιμη ανάπτυξη, μαζί με άλλα μακροχρόνια και σοβαρά προβλήματα. Επεσήμανε ότι η προσπάθεια επεξήγησης, διερεύνησης και ευαισθητοποίησης για την κλιματική αλλαγή είναι συνεχής: το 2017 παρουσιάστηκε η πρώτη έρευνα για τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής, το Νοέμβριο του 2020 με ένα κείμενο πολιτικής επικαιροποιήθηκαν τα δεδομένα, και τον Οκτώβριο του 2021 ήρθε η μεγάλη δεύτερη έρευνα με περισσότερες λεπτομέρειες. Παράλληλα, η διαΝΕΟσις πραγματοποιεί σειρά δημοσιεύσεων σε ευρύτερο πλαίσιο για θέματα όπως οι περιοχές natura 2000, η απολιγνιτοποίηση, ο τομέας της ενέργειας, η «κυανή» ανάπτυξη, και προσεχώς μια έρευνα για τον οικοτουρισμό.
Τον κύκλο των τοποθετήσεων άνοιξε o Κωνσταντίνος Καρτάλης ως επιστημονικός υπεύθυνος της νέας μελέτης της διαΝΕΟσις για τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγήςστην Ελλάδα, ο οποίος παρουσίασε τα βασικά της σημεία. Στόχος της έρευνας είναι να διαπιστώσει πώς ενσωματώνεται η κλιματική αλλαγή στον μετασχηματισμό του αναπτυξιακού μοντέλου της χώρας. Συγκριτικά με την έρευνα του 2017, εξήγησε, η νέα μελέτη δίνει πληροφορίες για περίπου 850 διαφορετικές περιοχές, ενώ η παλαιότερη για 53 περιοχές της Ελλάδας. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την καλύτερη ανάλυση των ιδιαιτεροτήτων της κάθε περιοχής και έτσι τη δυνατότητα για καλύτερο σχεδιασμού ενός ένα σχεδίου προσαρμογής. Στη συνέχεια, ο κ. Καρτάλης μίλησε για τις συγκεκριμένες θεματικές ενότητες που εξετάζει η έρευνα: τον πρωτογενή τομέα, τον τουρισμό και τις πόλεις. Ένα πρώτο συμπέρασμα της μελέτης, υπογράμμισε, είναι ότι η Μεσόγειος και η Ελλάδα αποτελούν κλιματικό “hot spot”, όπου οι κλιματικές αλλαγές εμφανίζονται με μεγαλύτερο πρόσημο, όπου παρατηρείται αύξηση στην ένταση, τη διάρκεια και τη συχνότητα των ακραίων καιρικών φαινομένων. Στη γεωργία, για παράδειγμα, μπορούμε να διαπιστώσουμε ποιες περιοχές θα έχουν αυξημένη ευαισθησία την περίοδο 2046-2065, οι οποίες δικαιούνται άμεσα ένα δικό τους σχέδιο προσαρμογής. Σχετικά με τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στις πόλεις, παρατήρησε ότι ο αριθμός των «θερμών επεισοδίων» θα αυξηθεί τα επόμενα χρόνια. Στην περίπτωση του τουρισμού, επίσης, τόνισε την αύξηση των πολύ θερμών ημερών, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των κλιματικών μοντέλων. Επιπλέον, η μελέτη εξετάζει το ανθρακικό αποτύπωμα της χώρας, η οποία εμφανίζει μείωση στην κατανάλωση στις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα ανά κάτοικο, χρειάζονται ωστόσο περισσότερες παρεμβάσεις. Κλείνοντας, τόνισε τη σημασία του να εμπιστευτούμε το τετράπτυχο: 1) εξοικονόμηση ενέργειας και μείωση της κατανάλωσης, 2) ανανεώσιμες πηγές ενέργειας 3) αποθήκευση και 4) διασυνδέσεις. «Χρειάζεται προσαρμογή και μετριασμός με κάθε δυνατή ένταση και με επιμονή στο χρόνο», είπε.
Τον λόγο στη συνέχεια έλαβε ο Υπουργός Χρήστος Στυλιανίδης, ο οποίος τόνισε το γεγονός ότι η κλιματική κρίση είναι «μια πραγματικότητα που οφείλει να αντιμετωπιστεί με ρηξικέλευθο τρόπο», και επεσήμανε ότι, στον απόηχο του COP26, παρόλο που τα αποτελέσματα του δεν είναι αυτά που θα περίμενε η επιστημονική κοινότητα, η έμφαση που δόθηκε στην προσαρμογή είναι θετική. Τόνισε ότι η Ανατολική Μεσόγειος και η Ελλάδα βρίσκονται στη δίνη αυτή της κρίσης, με αύξηση στη συχνότητα και την ένταση των ακραίων καιρικών φαινομένων και αυξανόμενες θερμοκρασίες, όπως υποστηρίζει και η έρευνα της διαΝΕΟσις, και ότι χρειάζεται άμεση δράση. Συγκεκριμένα, ο Υπουργός είπε ότι «πρέπει να περάσουμε από τα λόγια στη πράξη, και αυτό είναι το χρέος μας στην επόμενη γενιά». Υπογράμμισε, επίσης, τη σημασία της συλλογικότητας και της συνεργασίας προς την αποτελεσματικότητα. Γι’ αυτό το λόγο, όπως είπε, από τις πρώτες ενέργειες του νέου Υπουργείου ήταν η έναρξη ενός «Εθνικού Διαλόγου» με συναντήσεις με κοινοβουλευτικά κόμματα. Αναφερόμενος στην ιδέα της δημιουργίας του Υπουργείου, που θα λειτουργεί συμπληρωματικά με το Υπουργείο Ενέργειας και Περιβάλλοντος, επεσήμανε ότι και η ονοματοδοσία του ως «Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας» είναι κάτι πρωτοποριακό. Ο Υπουργός είπε ότι αφετηρία για τη λύση είναι ο ορισμός του προβλήματος και μίλησε για τη σπουδαιότητα της συμμετοχής της επιστημονικής κοινότητας στην εύρεση κατεύθυνσης και λύσεων.
Στη συνέχεια, ο Υπουργός υπογράμμισε τη σύνδεση του διττού ρόλου του Υπουργείου, ο οποίος είναι η διαχείριση του κινδύνου και ο περιορισμός των επιπτώσεων της κλιματικής κρίσης, με τρεις λέξεις-κλειδιά: πρόληψη- προετοιμασία/ετοιμότητα-ανθεκτικότητα. Στο πλαίσιο αυτό, ανέφερε ότι κομβικό σημείο στην ανάπτυξη της ανθεκτικότητας είναι η ίδρυση ενός σύγχρονου και τεχνολογικά αναβαθμισμένου Εθνικού Συντονιστικού Κέντρου Διαχείρισης Κρίσεων, με την υποστήριξη του Ταμείου Ανάκαμψης και άλλων ευρωπαϊκών ταμείων. «Με αυτό τον τρόπο θα είμαστε σε ετοιμότητα απέναντι στις κρίσεις, βασισμένοι σε επιστημονικά δεδομένα και μοντέλα διαχείρισης κρίσεων», είπε χαρακτηριστικά.
O Δημήτρης Καραβέλλας μίλησε για την κλιματική κρίση και τι αυτή σημαίνει ως προς τις αλλαγές που πρέπει να δούμε, αλλά και για τους ίδιους τους πολίτες. Αρχικά, στάθηκε στη χρήση της λέξης «κρίση» ως αγγελιοφόρου για την ανάγκη για μεγάλη αλλαγή και αποφασιστικότητα. Όσον αφορά το θέμα του κλιματικού μετριασμού, επεσήμανε τη σημασία της ύπαρξης του υφιστάμενου στόχου: κλιματική ουδετερότητα μέχρι το 2050 το αργότερο, και συγκράτηση της αύξησης θερμοκρασίας κάτω από το κρίσιμο πλαφόν των 1,5 βαθμών Κελσίου. Για την επίτευξη του στόχου, όπως είπε, χρειάζεται: α) απεξάρτηση από ορυκτά καύσιμα, β) ταχεία ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας με αποθήκευση, γ) περισσότερη εξοικονόμηση ενέργειας, με όρους που ενσωματώνουν την προστασία της φύσης και ενεργοποιώντας τους πολίτες. Σε μια προσπάθεια αξιολόγησης της κατάστασης των παραπάνω στόχων, κρίνοντας από τα αποτελέσματα του COP26, διαπίστωσε, ότι «απέχουμε ακόμα αρκετά».
Ο κ. Καραβέλλας τόνισε την επιτακτική ανάγκη «οι κλιματικές πολιτικές να εναρμονιστούν με την επιστήμη». Οι ηγέτες, είπε, πρέπει να πράξουν το επιστημονικά επιβεβλημένο, δηλαδή: να καλύψουν το κενό φιλοδοξίας στους στόχους για τη μείωση εκπομπών, να καλύψουν το κενό στη χρηματοδότηση της κλιματικής δράσης και, τέλος, να βάλουν σαφείς κανόνες για την επίτευξη και την παρακολούθηση αυτής της προόδου. Κατά τη γνώμη του, στην Ελλάδα, όπου σύντομα ανακοινώνεται και ο νέος κλιματικός νόμος, ο μετριασμός έχει πολύ σαφή χαρακτηριστικά: 1) φιλόδοξη στοχοθεσία, με κλιματική ουδετερότητα μέχρι το 2045 και 65% μείωση εκπομπών μέχρι το 2030, 2) μετασχηματισμό του συστήματος ηλεκτροπαραγωγής σε 100% μέχρι το 2035 και 3) οριστικό τέλος στην εξόρυξη υδρογονανθράκων.
Σχετικά για την κλιματική προσαρμογή, η αλλαγή που προτείνει ο κ. Καραβέλλας αφορά την έμπρακτη αναγνώριση της σημασίας της φύσης. Αναφέρθηκε στη δράση της WWF μαζί με άλλες οργανώσεις, φορείς και πολίτες όπου συνδιαμόρφωσαν μία πρόταση ενός νέου κλιματικού νόμου, όπου έχουν συμπεριλάβει 17 άρθρα με σειρά από προτάσεις, όπως ένα ειδικό χωροταξικό πλαίσιο για την κλιματική επικινδυνότητα. Κλείνοντας, χαρακτήρισε το ρόλο που μπορούμε να παίξουμε ως ενεργοί πολίτες και ως ψηφοφόροι «καθοριστικό». Τόνισε ότι «είναι σημαντικό πρωτίστως να είμαστε καλά ενημερωμένοι, να είμαστε σε θέση να ξεχωρίσουμε την πραγματικά ουσιαστική ενέργεια, να διεκδικούμε από τους πολιτικούς τις πιο φιλόδοξες κλιματικές πολιτικές και ως καταναλωτές με τις επιλογές μας να μειώσουμε το ανθρακικό μας αποτύπωμα».
Τέλος, η Αθηνά Κουστένη μίλησε για το πώς η εξερεύνηση του διαστήματος μπορεί να τεθεί στην υπηρεσία του περιβάλλοντος, αλλά και για τα μέσα που μπορούν να αξιοποιηθούν για την κινητοποίηση των πολίτων. Μας πληροφόρησε στα προγράμματα διαστημικών εταιρειών που παρακολουθούν τις κλιματικές αλλαγές στη Γη και σε άλλους πλανήτες, τα οποία παρέχουν τακτικές και ακριβείς μετρήσεις ακόμα και για περιοχές που είναι δύσκολο να προσεγγιστούν, όπως οι πόλοι. Για παράδειγμα, αναφέρθηκε στο πρόγραμμα πρωτοβουλίας για την κλιματική αλλαγή της ευρωπαϊκής υπηρεσίας Διαστήματος της ESA, με την οποία συνεργάζεται. Τα προγράμματα αυτά, όπως είπε, επιτρέπουν τη συλλογή δεδομένων χωρίς να διακυβεύεται η εθνική κυριαρχία, ενώ δίνουν την ευκαιρία έγκαιρης προειδοποίησης για επικείμενο κίνδυνο ή την πρόγνωση του καιρού. Με την ιδιότητα της ως πλανητολόγος αστροφυσικός, η κ. Κουστένη, επεσήμανε ότι παρατηρώντας άλλους πλανήτες μπορούμε να μάθουμε αρκετά πράγματα για την εξέλιξη του περιβάλλοντος στη Γη. Πιο συγκεκριμένα, παρουσίασε τις περιπτώσεις της Αφροδίτης, του Άρη και του δορυφόρου του Κρόνου, Τιτάνα, οι οποίοι παρουσίασαν καταστροφική επιδείνωση της ατμόσφαιράς τους. Συμπερασματικά, υπογράμμισε ότι «το διάστημα μπορεί και πρέπει να μας βοηθήσει να καταλάβουμε καλύτερα τον πλανήτη μας, έτσι ώστε τον προστατεύσουμε και να αποφύγουμε κάποια καταστροφική εξέλιξη» και πρότεινε την ανάπτυξη μέσων και μεθόδων που να μας βοηθήσουν να αποτρέψουμε τις καταστροφικές συνέπειες της κλιματικής αλλαγής, και όχι μόνο, ώστε να προφυλάξουμε τον μοναδικό γνωστό κατοικημένο πλανήτη.
Ακολούθησε ένας δεύτερος κύκλος τοποθετήσεων από τους ομιλητές, οι οποίοι απάντησαν σε κάποιες από τις δεκάδες ερωτήσεις και τα σχόλια του κοινού που είχαν διατυπωθεί γραπτώς κατά τη διάρκεια της συζήτησης. Πιο συγκεκριμένα, ο Υπουργός κ. Στυλιανίδης ερωτώμενος για τις αρμοδιότητες του Υπουργείου του, είπε ότι ακόμα συζητούνται, σε συνεννόηση με το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, καθώς πρόκειται για ένα νεοσύστατο Υπουργείο, και δεσμεύτηκε να μην κάνει πρόχειρους σχεδιασμούς. Διευκρίνισε, ωστόσο, ότι η μείωση του ανθρακικού αποτυπώματος της χώρας παραμένει αρμοδιότητα του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, ενώ οι αρμοδιότητες του Υπουργείου Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας θα βασιστούν στο τρίπτυχο που προανέφερε: πρόληψη, προετοιμασία/ετοιμότητα, ανθεκτικότητα.
Παράλληλα, επιβεβαίωσε τη συνεργασία με την Τοπική Αυτοδιοίκηση για παρεμβάσεις και προληπτικά μέτρα, ενώ μίλησε για ένα μεγάλο επιχειρησιακό πρόγραμμα με στόχο την εμπλοκή των τοπικών κοινωνιών, την ενημέρωση του κοινού, με έμφαση στην εκπαίδευση. Η πρόκληση της επίτευξης μιας συλλογικής δουλειάς στην Ελλάδα είναι μεγάλη, όπως είπε, εξαιτίας των παραδοσιακών παθογενειών της ελληνικής διοίκησης, αλλά παρατηρείται παγκοσμίως, και θα πρέπει να καθοριστεί ο ρόλος του καθένα για να αντιμετωπιστούν τα εμπόδια και η κλιματική αλλαγή.
Ο κ. Καρτάλης επεσήμανε ότι η προσαρμογή πρέπει να είναι προτεραιότητα για τις πόλεις, όπου κάθε περίπτωση πρέπει να αντιμετωπιστεί ξεχωριστά. Ο κ. Καραβέλλας μίλησε για τη δυνατότητα της Ελλάδα να εμφανιστεί ως πρωτοπόρος στην κρίση αυτή, με σεβασμό στη φύση και τη συμμετοχή των πολιτών. Τέλος, η κ. Κουστένη έδωσε έμφαση στη σημασία της ενημέρωσης και της ευαισθητοποίησης του κοινού, καθώς και τη συμπερίληψη των θεμάτων κλιματικής αλλαγής στην εκπαίδευση.
Μπορείτε να παρακολουθήσετε ολόκληρη τη συζήτηση εδώ.