Τετάρτη, 25 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΥΓΕΙΑCOVID-19Δέκα χρόνια ανάπτυξης κόστισαν στην αεροπορική αγορά η υγειονομική και η ενεργειακή...

Δέκα χρόνια ανάπτυξης κόστισαν στην αεροπορική αγορά η υγειονομική και η ενεργειακή κρίση 

Καθυστέρηση δέκα ετών φαίνεται ότι χαρακτηρίζει την ανάπτυξη της αεροπορικής αγοράς με τις προβλέψεις να αναθεωρούνται επί τω χείρω σε σχέση με την τελευταία πρόβλεψη που έγινε το 2018.
Πανδημία και ενεργειακή κρίση δίνουν την χαριστική βολή στην αεροπορική αγορά με πρώτο θύμα την ανάπτυξη του κλάδου, η οποία προβλέπεται να κινηθεί πιο νωχελικά από τα αναμενόμενα. Η ανάπτυξη της αεροπορικής αγοράς έως το 2050 θα είναι πολύ πιο αργή από τις παλαιότερες προβλέψεις, με το Eurocontrol να έχει προχωρήσει σε τρία πιθανά σενάρια που περιγράφονται στο «Aviation Outlook 2050». 

Το βασικό σενάριο (base scenario), το οποίο αποτελεί μια μέση πρόβλεψη, κάνει λόγο για 16 εκατομμύρια πτήσεις το 2050. Σημειώνεται ότι το 2018 η πρόβλεψη (στην έκθεση «Challenges of Growth») ήθελε τον αντίστοιχο αριθμό πτήσεων να εκτελείται το 2040 γεγονός που τοποθετεί επί τους ουσίας και το πιο μετριοπαθές σήμερα σενάριο σε συνθήκες 10ετούς υστέρησης.  

Το αισιόδοξο σενάριο (high scenario) της έκθεσης του Eurocontrol θέλει τη διεξαγωγή 19,6 εκατ. πτήσεων το 2050, ενώ το απαισιόδοξο (low scenario) «βλέπει» 13,2 εκατ. πτήσεις έως το 2050.

Η αεροπορική αγορά ανέμενε τα πρώτα σημάδια ανάκαμψης το καλοκαίρι του 2021 με τις προσδοκίες όμως να αποδεικνύονται φρούδες. Η μετάλλαξη Δέλτα του κορωνοϊού, που έκανε την εμφάνισή της στα τέλη της περσινής άνοιξης και επικράτησε το καλοκαίρι προκάλεσε έντονες αναταράξεις στην αγορά με την ταχύτητα της μετάδοσής της να οδηγεί σε εκατοντάδες ακυρώσεις αεροπορικών θέσεων την τελευταία στιγμή.
Σοβαρότερο πλήγμα φαίνεται ότι υπέστησαν οι αμερικανικές αεροπορικές εταιρείες και ιδιαίτερα στο δίκτυο εσωτερικού όπου έριξαν σημαντικά τις τιμές με στόχο την προσέλκυση επιβατών. Στελέχη της αγοράς υποστηρίζουν ότι καταγράφηκε το καλοκαίρι του 2021 τόσο μεγάλη μείωση των ναύλων, εις το όνομα της ενίσχυσης της επιβατικής κίνησης, που επί της ουσίας ακόμα και στην περίπτωση που τα αεροσκάφη πετούσαν με 100% πληρότητα τα λειτουργικά αποτελέσματα αυτών των πτήσεων ήταν ζημιογόνα. Στον αντίποδα η Ευρωπαϊκή αεροπορική αγορά κινήθηκε με πιο συνετά βήματα με αποτέλεσμα να μην παρατηρούνται ακυρώσεις ολόκληρων πτήσεων την τελευταία στιγμή, όπως συνέβη στις ΗΠΑ για ένα διάστημα. 

Στο μεταξύ η εισβολή στην Ουκρανία και οι επιπτώσεις στην ενεργειακή αγορά έχουν προκαλέσει πρόσθετο πονοκέφαλο στην αγορά με πολλούς να κάνουν λόγο για το τελειωτικό χτύπημα. Μαθημένη βέβαια η αγορά από τις απότομες αυξήσεις στις τιμές των καυσίμων (σ.σ. από την κρίση που σημειώθηκε προ 15ετίας) έχει καθιερώσει τον επίναυλο καυσίμου, που επιβαρύνει τον επιβάτη, ο οποίος διαθέτει περιορισμένη αγοραστική δύναμη ως επίπτωση της ενεργειακής κρίσης. Την ίδια στιγμή σε εξέλιξη βρίσκονται συνεχώς διαπραγματεύσεις με τους προμηθευτές σε μια προσπάθεια συγκράτησης του τελικού λειτουργικού κόστους. 

Η ενεργειακή κρίση από την πλευρά της θα μπορούσε να θέσει σε δεύτερη μοίρα τη συζήτηση που διεξάγεται για την μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Ωστόσο η κλιματική κρίση παραμένει υψηλά στην ατζέντα των διεθνών συνομιλιών με την αεροπορική αγορά να αναζητεί τρόπους συμμόρφωσης έως το 2050. 

Τα τέσσερα βασικά συστατικά που θα οδηγήσουν, όπως καταγράφονται στην έκθεση του Eurocontrol, σε πιο καθαρές αερομεταφορές είναι: 

-βελτίωση στα αεροσκάφη και τους κινητήρες τους, καθιστώντας τα πιο αποτελεσματικά (συμβάλλοντας κατά 17% στο βασικό σενάριο)

-νέες τεχνολογίες αεροσκαφών, όπως η ανάπτυξη ηλεκτρικών και υδρογονοκίνητων αεροσκαφών, μαζί με την απαιτούμενη υποδομή (συμβολή 2% στο βασικό σενάριο)

-πιο αποτελεσματικές πτήσεις, χάρη στη βελτιωμένη διαχείριση της εναέριας κυκλοφορίας (συμβολή 8% στο βασικό σενάριο)

-αύξηση της παραγωγής και χρήσης των SAF-Sustainable Aviation Fuel (συμβάλλοντας 41% στο βασικό σενάριο).

Σημειώνεται βέβαια ότι η ενεργειακή κρίση είναι αυτή που ενδέχεται να σταθεί εμπόδιο ή έστω να καθυστερήσει ορισμένες από τις παραπάνω ενέργειες. Μεταξύ αυτών η ανάπτυξη νέων τεχνολογιών όπως η ηλεκτροκίνηση και η υδρογονοκίνηση. Ωστόσο πρόκειται για τεχνολογίες που αναπτύσσονται μεν, αλλά παρατηρείται σημαντική καθυστέρηση ως προς την αυτονομία των μπαταριών στην περίπτωση των ηλεκτροκινητήρων, ενώ ο δρόμος παραμένει μακρύς μέχρι την τελειοποίηση της αξιοποίησης του υδρογόνου. Και στις δύο περιπτώσεις δεν αναμένονται σημαντικές εξελίξεις, που θα επιτρέψουν την ένταξη των παραπάνω τεχνολογιών στις εμπορικές πτήσεις άμεσα.  

Είναι ενδεικτικό άλλωστε ότι στην έκθεση, σημειώνεται ότι εάν ο κλάδος καταστεί ισχυρότερος και πιο κερδοφόρος, οι αεροπορικές εταιρείες θα μπορούν να επενδύσουν σε εξελικτικές βελτιώσεις και επαναστατικές τεχνολογίες αεροσκαφών, καθώς και στην ανάπτυξη των SAF. Στο αισιόδοξο μάλιστα σενάριο, αυτό θα μπορούσε να σημαίνει ότι αυτά τα στοιχεία θα μπορούσαν να συμβάλουν στη μείωση των εκπομπών CO2 έως και 76% συνολικά, εν συγκρίσει με το 60% που προβλέπεται στο βασικό σενάριο.

Στην έκθεση του Eurocontrol διαπιστώνεται ότι το τελικό βήμα για την επίτευξη του μηδενικού CO2 απαιτούνται πρόσθετα μέτρα, όπως η δέσμευση άνθρακα ή μέτρα που βασίζονται στην αγορά και το Σύστημα Εμπορίας Εκπομπών της ΕΕ (ETS), το οποίο στο βασικό σενάριο, θα αντισταθμίσει το υπόλοιπο 32% των προβλεπόμενων εκπομπές CO2.

«Αναμένουμε ο αριθμός των πτήσεων να αυξηθεί κατά 44% από τώρα έως το 2050, φτάνοντας τα 16 εκατομμύρια ετησίως, σε σύγκριση με τα 11 εκατομμύρια του 2019. Επίσης, η έκθεση δείχνει ότι μπορούμε να πετύχουμε μηδενικές εκπομπές έως το 2050 με μια σειρά μέτρων που απαιτούν συντονισμένη δράση από κατασκευαστές αεροσκαφών, αεροπορικές εταιρείες, αεροδρόμια, εταιρείες καυσίμων, παρόχους υπηρεσιών αεροναυτιλίας και, κυρίως, κυβερνήσεις και ρυθμιστικές αρχές. Το “κλειδί” είναι η ευρεία διαθεσιμότητα και απορρόφηση των Βιώσιμων Αεροπορικών Καυσίμων (SAF), καθώς καλύπτουν το 41% των εκπομπών στο βασικό σενάριο. Η εφαρμογή του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού είναι πραγματικά σημαντική – αυτό μπορεί να φέρει μια αλλαγή βραχυπρόθεσμα έως το 2030 της τάξης του 8%. Τα Market Based Measures (MBM) θα συνεχίσουν να διαδραματίζουν πολύ σημαντικό ρόλο, συμβάλλοντας στην επίτευξη του μηδενικού στόχου, συνεισφέροντας το 32%» είπε ο Eamonn Brennan, γενικός διευθυντής του Eurocontrol σχολιάζοντας την έκθεση.

spot_img
300px by 250px ad for bank of Chania

MUST READ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ