Δευτέρα, 4 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΟΙΚΟΝΟΜΙΑΓ. Στουρνάρας: Πως οι ελληνικές τράπεζες κατάφεραν να μειώσουν τα κόκκινα δάνεια

Γ. Στουρνάρας: Πως οι ελληνικές τράπεζες κατάφεραν να μειώσουν τα κόκκινα δάνεια

Την ανάγκη να ολοκληρωθεί η ένωση των τραπεζών στην ΕΕ με τη δημιουργία ενός κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασφάλισης καταθέσεων, υπογράμμισε ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ), κ. Γιάννης Στουρνάρας, κατά την διάρκεια ομιλίας του στο Συνέδριο «NPL Meeting 2024 – Step Forward» της Banca Ifis στη Λίμνη Κόμο της Ιταλίας.

«Αναπόφευκτα, η οικονομική ύφεση επηρέασε αρνητικά την ποιότητα των στοιχείων ενεργητικού όλων των ελληνικών τραπεζών. Μέσα σε λίγα μόλις χρόνια, περίπου τα μισά δάνεια στο χαρτοφυλάκιο των τραπεζών έγιναν μη εξυπηρετούμενα. Τα ΜΕΔ έφθασαν να αντιπροσωπεύουν τη μεγαλύτερη κατηγορία ενεργητικού των τραπεζών στην Ελλάδα ‒ για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις καθώς και τις πολύ μικρές επιχειρήσεις και τους ελεύθερους επαγγελματίες, που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας, περίπου τα 2/3 των δανειοληπτών βρίσκονταν σε αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών τους στην οξύτερη φάση της κρίσης», είπε ο κ. Στουρνάρας.

Και πρόσθεσε : «Σήμερα, η εικόνα είναι εντελώς διαφορετική, καθώς οι τράπεζες έχουν καταφέρει να μειώσουν το δείκτη ΜΕΔ τους σε ποσοστό ελάχιστα άνω του 5% (το οποίο είναι πιο κοντά στο μέσο όρο της ΕΕ) χάρη σε ένα συνδυασμό μέτρων, ιδίως αξιοποιώντας το πρόγραμμα «Ηρακλής», ένα σχήμα προστασίας στοιχείων ενεργητικού (APS) παρόμοιου με το ιταλικό GACS».

Ο Γιάννης Στουρνάρας απαρίθμησε τρία διδάγματα από την εμπειρία της αντιμετώπισης του ζητήματος των NPL:

-Η διαχείριση των NPL υπό συνθήκες συστημικής κρίσης απαιτεί μια πολύπλευρη στρατηγική, που περιλαμβάνει νομικές, λειτουργικές και χρηματοοικονομικές πτυχές.

-Η έγκαιρη αναγνώριση του προβλήματος και η λήψη μέτρων πολιτικής σε πρώιμο στάδιο είναι υψίστης σημασίας. Η μείωση του αποθέματος των NPL είναι πιο εφικτή σε μια οικονομία που βρίσκεται σε φάση μεγέθυνσης (καθώς π.χ. βελτιώνεται η χρηματοοικονομική κατάσταση των νοικοκυριών και των μη χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων, αυξάνεται η αξία των εξασφαλίσεων κ.λπ.).

-Η ενίσχυση του νομικού πλαισίου περί πτώχευσης και αφερεγγυότητας είναι επίσης ουσιώδους σημασίας. Η απλοποίηση των διαδικασιών, π.χ. για τη ρευστοποίηση των εξασφαλίσεων, και η επιτάχυνση της δικαστικής επίλυσης των διαφορών συμβάλλουν σημαντικά στη μείωση των NPL. Εν ολίγοις, θα πρέπει να αρθούν τα πάσης φύσεως εμπόδια που δυσχεραίνουν τη διευθέτηση του προβλήματος των NPL. Αυτό ήταν ένα πολύ χρήσιμο δίδαγμα που αποκομίσαμε την τελευταία δεκαετία.

Μελλοντικές προκλήσεις για τις τράπεζες της ΕΕ

Σύμφωνα με τον κ. Στουρνάρα: 

“Σήμερα οι τράπεζες της ΕΕ διαθέτουν υγιή θεμελιώδη μεγέθη, τα οποία ενισχύθηκαν σταδιακά μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση. Χαρακτηριστικά αναφέρω ότι, σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών (EBA Risk Dashboard): 

  • Το Δεκέμβριο του 2009 ο Συνολικός Δείκτης Κεφαλαίου (TCR) των τραπεζών της ΕΕ ήταν 13%. Έκτοτε, οι τράπεζες έχουν προβεί σε διάφορες ενέργειες για να ενισχύσουν την κεφαλαιακή τους βάση και πλέον διαθέτουν υψηλά κεφαλαιακά αποθέματα ασφαλείας, με το Συνολικό Δείκτη Κεφαλαίου να ανέρχεται κατά μέσο όρο σε 20% το Μάρτιο του 2024. 
  • Η πιο εντυπωσιακή βελτίωση σημειώθηκε στην ποιότητα των στοιχείων ενεργητικού, καθώς οι τράπεζες μείωσαν το μέσο δείκτη μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (ΜΕΑ) από επίπεδα κοντά στο 7% (το 2016) σε 1,9% το Μάρτιο του 2024. 
  • Η κερδοφορία των τραπεζών έχει επίσης βελτιωθεί το τελευταίο διάστημα, καθώς τα καθαρά έσοδα από τόκους για τις περισσότερες τράπεζες επηρεάστηκαν θετικά από την αύξηση των επιτοκίων. Υπενθυμίζεται ότι, κάποια στιγμή κατά την προηγούμενη δεκαετία, ο μέσος δείκτης αποδοτικότητας ιδίων κεφαλαίων (RoE) για τις τράπεζες της ΕΕ ήταν οριακά θετικός. Με στοιχεία Μαρτίου 2024, ο μέσος δείκτης RoE για τις τράπεζες της ΕΕ έφθασε το 10,6%.
  • Oι τράπεζες της ΕΕ διαθέτουν άφθονη ρευστότητα, χάρη στην ισχυρή καταθετική τους βάση και την πλήρη πρόσβασή τους στη διατραπεζική αγορά και στις αγορές κεφαλαίων. Το Μάρτιο του 2024 ο δείκτης κάλυψης ρευστότητας (LCR) για τις τράπεζες της ΕΕ ήταν κατά μέσο όρο 161,4%, πολύ υψηλότερος από το ελάχιστο εποπτικό όριο του 100%”. 

Αυξάνονται οι κίνδυνοι για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα

Όπως είπε ο κ. Στουρνάρας, το θετικό μακροοικονομικό περιβάλλον επίσης ενισχύει τα θεμελιώδη χρηματοοικονομικά μεγέθη των τραπεζών της ΕΕ.

Ωστόσο, οι κίνδυνοι για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα αυξάνονται, είπε συνοψίζοντας το πρόβλημα ως εξής:

  • Ο γεωπολιτικός κίνδυνος παραμένει υψηλός εδώ και αρκετό καιρό, από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και μετά, ενώ τροφοδοτείται περαιτέρω από τις εντάσεις στη Μέση Ανατολή. Οι πολιτικές εξελίξεις στις ΗΠΑ και την ΕΕ επίσης δημιουργούν αβεβαιότητα. Ο γεωπολιτικός κίνδυνος είναι ένας εξωγενής παράγοντας κινδύνου με δυνητικά τεράστιες συνέπειες για τον τραπεζικό τομέα. 
  • Η ενδεχόμενη επαναξιολόγηση των ασφαλίστρων κινδύνου μετά από τυχόν αιφνίδια μεταστροφή του κλίματος στις αγορές θα μπορούσε να ασκήσει πιέσεις στις τιμές των περιουσιακών στοιχείων με πιθανές επιπτώσεις στον τομέα των μη τραπεζικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Όπως έδειξε η εμπειρία του παρελθόντος, ο εν λόγω τομέας μπορεί να επιτείνει την επιδείνωση των συνθηκών στις αγορές μέσω βεβιασμένων πωλήσεων περιουσιακών στοιχείων για την κάλυψη περιθωρίων (margin calls) ή δυνητικών αναγκών ρευστότητας. Οι κίνδυνοι και οι ευπάθειες του μη τραπεζικού χρηματοπιστωτικού τομέα θα μπορούσαν να μεταδοθούν στις τράπεζες (μέσω των δανείων, των τίτλων κ.λπ.) και στην πραγματική οικονομία. 
  • Η άνοδος των επιτοκίων την τελευταία περίοδο, παράλληλα με υψηλούς ρυθμούς πληθωρισμού, άσκησε πιέσεις στους ισολογισμούς ορισμένων επιχειρήσεων και νοικοκυριών. Με αυτά τα δεδομένα – και παρά την πρόσφατη μείωση των επιτοκίων – δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο οι ευρωπαϊκές τράπεζες να αντιμετωπίσουν χειροτέρευση της ποιότητας του ενεργητικού τους και ανάγκη σχηματισμού αυξημένων προβλέψεων. 
  • Επιπλέον, ο συνδυασμός χαμηλών ρυθμών οικονομικής ανάπτυξης και υψηλών επιτοκίων θα μπορούσε να επηρεάσει δυσμενώς τη ζήτηση νέων δανείων και την υλοποίηση των επιχειρηματικών σχεδίων των τραπεζών. Επισημαίνεται ότι η ενισχυμένη κερδοφορία μετά την αύξηση των επιτοκίων συγκαλύπτει διαρθρωτικές αδυναμίες σε πολλές τράπεζες, π.χ. ως προς την αποδοτικότητα του κόστους και τον ψηφιακό μετασχηματισμό τους. 
  • Η αύξηση του κόστους δανεισμού τα τελευταία τρίμηνα έχει οδηγήσει σε εξασθένηση της δυναμικής της αγοράς ακινήτων στη ζώνη του ευρώ, ιδίως στο τμήμα των επαγγελματικών ακινήτων. Η μείωση των τιμών των ακινήτων θα μπορούσε να εκθέσει ορισμένους κατασκευαστικούς ομίλους σε ζημίες και να επηρεάσει ακολούθως το κόστος του πιστωτικού κινδύνου για κάποιες ευρωπαϊκές τράπεζες. 
  • Πρόσφατα έχουν αναδυθεί διάφοροι νέοι κίνδυνοι, όπως οι κίνδυνοι που πηγάζουν από την κλιματική αλλαγή, αλλά και ο κίνδυνος κυβερνοεπιθέσεων, ο οποίος συνδέεται στενά με τον αυξανόμενο γεωπολιτικό κίνδυνο.

Τέλος, ο κ. Στουρνάρας υπογράμμισε την ανάγκη αναμόρφωσης του ευρωπαϊκού πλαισίου διαχείρισης κρίσεων.

spot_img
300px by 250px ad for bank of Chania

MUST READ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ