Καθυστερήσεις καταγράφονται στην υλοποίηση της μεγαλύτερης επένδυσης του Master Plan της Cosco στο λιμάνι του Πειραιά, και αυτό διότι για ακόμα μια φορά o Οργανισμός Λιμένος Πειραιώς (ΟΛΠ) θα πρέπει να «προστατεύσει» την επένδυσή του.
Ειδικότερα, ο ΟΛΠ αυτήν την εβδομάδα θα βρεθεί στις δικαστικές αίθουσες προκειμένου να «ξεπεράσει» ένα ακόμα εμπόδιο και συγκεκριμένα ασφαλιστικά μέτρα που «απειλούν» να σταματήσουν το έργο της επέκτασης του επιβατικού λιμένος, δηλαδή της κρουαζιέρας. Μετά από πολλές αναβολές, η εκδίκαση των ασφαλιστικών μέτρων (κατοίκων της Πειραϊκής με την παρέμβαση και του δικηγορικού συλλόγου Πειραιά, από τον Δεκέμβριο 2020) θα γίνει τελικά μεθαύριο, Πέμπτη 22/07/2021 στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά, ενώ διακόπηκαν οι εργασίες επιχωματώσεων που στη συνέχεια συνεχίστηκαν εν μέρει, υπό όρους.
Σημειώνεται πως ο ΟΛΠ έχει δρομολογήσει την επέκταση του νοτίου μετώπου του επιβατικού λιμένα για τη δημιουργία δύο νέων θέσεων φιλοξενίας μεγάλων κρουαζιερόπλοιων νέας γενεάς. Οι θέσεις αυτές θα μπορούν να δέχονται τα μεγαλύτερα κρουαζιερόπλοια που κυκλοφορούν και ναυπηγούνται σήμερα σε όλο τον κόσμο, με μήκος που μπορεί να φτάνει ακόμα και τα 400μ. Σύμφωνα με τον σχεδιασμό, τα έργα αυτά θα προσφέρουν όλες τις σύγχρονες υποδομές για τον ασφαλή και άνετο ελλιμενισμό αυτών των πλωτών πολιτειών (δίκτυα υδροδότησης, αποχέτευσης λυμάτων πλοίων, ρευματοδότησης, δίκτυο οπτικών ινών κλπ.). Το εν λόγω έργο περιλαμβάνει την κατασκευή εξωτερικών λιμενικών έργων, δηλαδή κυματοθραύστες συνολικού μήκους 1.000μ., και εσωτερικών λιμενικών έργων, όπως κρηπιδότοιχων συνολικού μήκους 1.100μ.. Επίσης, νέους χερσαίους χώρους επιφάνειας 135.000 τ.μ. Η δαπάνη του έργου, σύμφωνα με τον προϋπολογισμό της μελέτης, είναι 135 εκατ. ευρώ. Σύμφωνα με τους ιθύνοντες, η ανάγκη κατασκευής του έργου προκύπτει από τη διαφαινόμενη ενίσχυση της κρουαζιέρας στα επόμενα χρόνια, από τη σταδιακή μετατροπή του λιμένα Πειραιά ως αφετηρίου λιμένα κρουαζιέρας, και από τη συνεχή μεγέθυνση των κρουαζιερόπλοιων, τα οποία στη δεκαετία 2015-2025 θα ξεπερνούν τα 340μ.
Πλήρως περιβαλλοντικά αδειοδοτημένο
Το έργο έχει λάβει όλες τις άδειες και εγκρίσεις από το σύνολο των αρμοδίων προς τούτο υπηρεσιών και φορέων της Ελληνικής Πολιτείας, συμπεριλαμβανομένης της Περιφέρειας Αττικής, από την οποία συγχρηματοδοτείται η σημαντική αυτή δημόσια υποδομή αλλά και από τους αρμόδιους φορείς της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Πιο συγκεκριμένα, το έργο είναι πλήρως περιβαλλοντικά αδειοδοτημένο με βάση τις αποφάσεις του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας που εκδόθηκαν κατά τα έτη 2013 και 2018. Στις 25/2/2020 πραγματοποιήθηκε η τελετή έναρξης των εργασιών παρουσία του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής κ. Ιωάννη Πλακιωτάκη ως εκπροσώπου του Πρωθυπουργού, του Υπουργού Τουρισμού κ. Χάρη Θεοχάρη, του Περιφερειάρχη Αττικής κ. Γιώργου Πατούλη και του Δημάρχου Πειραιά κ. Γιάννη Μώραλη, οι οποίοι χαιρέτισαν την έναρξη του έργου και υπογράμμισαν τη σημασία του για την τοπική και εθνική οικονομία. Ακολούθησε η ενημέρωση των Αρχών (Λιμεναρχείο, Υδρογραφική Υπηρεσία, Υπηρεσία Φάρων) για τη λήψη των απαραίτητων αδειών που αφορούσαν στην απόρριψη των βυθοκορημάτων με βάση την υφιστάμενη περιβαλλοντική αδειοδότηση.
Σημειώνεται ότι για την έγκριση των Μελετών Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων έγιναν εργαστηριακοί έλεγχοι από το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο σε δείγματα ιζημάτων που ελήφθησαν από την περιοχή του έργου και αφού αξιολογήθηκαν χαρακτηρίστηκαν ως αδρανή και μη επικίνδυνα υλικά. Σε εφαρμογή της περιβαλλοντικής αδειοδότησης του έργου εκδόθηκε από τη Λιμενική Αρχή η απόφαση έγκρισης απόρριψης και τα ιζήματα αυτά ως προϊόντα των υποθαλάσσιων εκσκαφών απορρίπτονται σε συγκεκριμένη θαλάσσια περιοχή που έχει καθοριστεί από το ΓΕΝ.
Ανάδειξη του Κονώνειου Τείχους και Ταφικού Μνημείου Θεμιστοκλή
Ως προς την κατηγορία σε βάρος της εισηγμένης (στην οποία το δημόσιο έχει ακόμα σημαντικό ποσοστό του μετοχικού κεφαλαίου) για παρέμβαση σε χώρους αρχαιολογικού ενδιαφέροντος και ειδικότερα για το Κονώνειο Τείχος και το Ταφικό Μνημείο Θεμιστοκλή, έχει εκπονηθεί μελέτη για την ανάδειξή τους η οποία έχει υποβληθεί στο Υπουργείο Πολιτισμού για την εκ νέου έγκριση από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο και ο ΟΛΠ έχει προϋπολογίσει ίδια δαπάνη της τάξης των 2,5 εκατ. ευρώ.