«Η κυβέρνηση πήρε μια τεράστια απόφαση, για μια γιγαντιαία παρέμβαση στο ρεύμα, την μεγαλύτερη που έχει γίνει σε όλη την Ευρώπη. Δεν μπορούμε κάθε εβδομάδα να παίρνουμε καινούρια μέτρα. Και με το ρεύμα εξαντλήσαμε το σύνολο των περιθωρίων μας» τόνισε ο Υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Άδωνις Γεωργιάδης.
«Αναγνωρίζουμε πλήρως ότι με τα καύσιμα υπάρχει πρόβλημα, όχι οφειλόμενο στην κυβέρνηση, επισήμανε ο Υπουργός σημειώνοντας ότι εχθές το πετρέλαιο έκλεισε στα 121 δολάρια, η υψηλότερη τιμή πετρελαίου στην ιστορία της χώρας μας, σύμφωνα με τον ίδιο. «Χθες είχαμε την απόφαση για το εμπάργκο στο ρωσικό πετρέλαιο στο 90% από την ΕΕ και είχαμε και το άνοιγμα ξανά της αγοράς της Κίνας. Δηλαδή είχαμε μεγαλύτερη ζήτηση και ταυτόχρονα λιγότερη προσφορά. Έχουμε πόλεμο στην γειτονιά μας, είναι δυνατόν η ζωή να παραμείνει όπως ήταν πριν;» είπε χαρακτηριστικά, μιλώντας στο Πρώτο Πρόγραμμα.
Ο κ. Γεωργιάδης διευκρίνισε πως βγάζοντας τους φόρους από τα καύσιμα, είμαστε στην 12η-13ηθέση στην τιμή της βενζίνης σε επίπεδο Ευρώπης. «Με τους φόρους είμαστε στην 4η θέση, αλλά εκεί ήμασταν πάντα, ποτέ δεν ήμασταν σε χαμηλότερη, έχουμε υψηλούς φόρους στα καύσιμα από την δεκαετία του 1990, δεν είναι καινούριο αυτό» προσέθεσε, παραδεχόμενος ότι τον Απρίλιο τα έσοδα από τα καύσιμα ήταν λιγότερα από τον στόχο.
Σε σχέση με το κατά πόσο μια μείωση του ειδικού φόρου στα καύσιμα θα αύξανε την κατανάλωση άρα και τα έσοδα του κράτους, ο κ. Γεωργιάδης συμφώνησε ότι υπάρχει μια τέτοια θεωρία που στέκεται σοβαρά, ωστόσο διατύπωσε και τον ισχυρό αντίλογο που έγκειται στο γεγονός ότι επειδή ο πληθωρισμός είναι γενικός και όχι μόνο στα καύσιμα, τα εισοδήματα πιέζονται και έτσι η κατανάλωση θα πέσει αναπόφευκτα, άρα δεν είναι βέβαιο ότι θα φέρει αντίστοιχη κατανάλωση. Επίσης το καύσιμο έχει και ένα μεγάλο πρόβλημα για την χώρα, συμπλήρωσε, γιατί κάθε πετρέλαιο που αγοράζουμε και φυσικό αέριο που καταναλώνουμε γράφονται στο εμπορικό μας έλλειμμα γιατί είναι εισαγόμενα, άρα δεν είναι μόνο θετική η αύξηση της κατανάλωσης, είναι και αρνητική.
«Η κυβέρνηση είναι από πάνω, αν υπάρχουν περιθώρια σίγουρα θα κάνουμε κάτι, αλλά δεν είμαι από τους πολιτικούς που θα πουν παιδιά βγείτε και ξοδέψτε αλόγιστα, γιατί αυτά τα κάναμε στο παρελθόν και μας πόνεσαν πολύ, άρα πρέπει να δείξουμε στους εαυτούς μας, στις οικογένειές μας, στους γύρω μας και στην ιστορία ότι μπορούμε να μαθαίνουμε από τα λάθη του παρελθόντος» τόνισε ο Υπουργός.
Απαντώντας στο σχόλιο των δημοσιογράφων ότι στις δημοσκοπήσεις οι πολίτες ζητούν πρόσθετα μέτρα, ανέφερε «είναι πολύ λογικό και εξαιρετικά θεμιτό οι πολίτες να ζητούν βοήθεια από το κράτος την ώρα που υπάρχει αυτή η πολύ μεγάλη δυσκολία. Το αν υπάρχουν περιθώρια δεν κρίνεται από μια δημοσκόπηση, κρίνεται από το αρμόδιο επιτελείο του Υπουργείου Οικονομικών και κυρίως από τις αγορές. Αυτή την στιγμή το επιτόκιο του 10ετούς ελληνικού ομολόγου είναι ήδη αρκετά ψηλά. Που σημαίνει ότι οι αγορές ανησυχούν, για όλη την περιφέρεια, όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά η Ελλάδα έχει το πολύ μεγάλο πρόβλημα του δημοσίου χρέους που κουβαλά από το παρελθόν. Μετά την εμπειρία του 2010 όλοι ξέρουμε ότι μια λάθος κίνηση μια κυβέρνησης η οποία για πολιτικούς λόγους δίνει την αίσθηση ότι αγνοεί τα δημοσιονομικά τελικά καταλήγει σε πολύ μεγάλο πόνο για τους πολίτες, άρα σε αυτό το θέμα πρέπει να είμαστε όλοι πολύ προσεκτικοί».
Η Ελλάδα τα δύο χρόνια της πανδημίας είχε σημαντικά μεγαλύτερο έλλειμμα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο προσέθεσε ο κ. Γεωργιάδης, «γιατί δώσαμε ως στήριξη στην κοινωνία πολύ περισσότερα χρήματα από όλους τους άλλους. Εξερχόμενοι από μια 10ετή κρίση τόσο τα νοικοκυριά όσο και οι επιχειρήσεις δεν είχαν λίπος να κάψουν. Έπρεπε να διατηρήσουμε ζωντανές τις επιχειρήσεις και τις θέσεις εργασίας, πράγμα που επετεύχθη. Δεν μπορούμε 3η συνεχόμενη χρονιά να είμαστε σε έλλειμμα πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Θα υπάρξει σίγουρα πρόβλημα, άρα πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί. Δεν πρόκειται να βάλουμε σε κίνδυνο τα δημόσια οικονομικά γιατί οι επιπτώσεις στους συμπολίτες μας και ιδιαίτερα στους φτωχότερους από αυτούς είναι τραγικές».