Αποκαλυπτικά ήταν τα όσα κατέγραψε το ΙΟΒΕ και το «Δελτίο Εξελίξεων στη Βιομηχανία», μόλις την προηγούμενη εβδομάδα, για την πορεία των ενεργειακών τιμών σε σχέση με τη βιομηχανική παραγωγή. Όπως επισήμανε το ΙΟΒΕ οι τιμές φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας είναι εκ των υψηλότερων μεταξύ χωρών της περιφέρειας και του πυρήνα της Ευρωζώνης σε όλη την περίοδο 2015-2020. Σε υψηλότερα επίπεδα βρίσκονται και το πρώτο εξάμηνο του 2021.
Με βάση τα στοιχεία που παρουσίασε το ΙΟΒΕ, τον Αύγουστο, η τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα (128€/MWh) ήταν 96% υψηλότερη από την τιμή συστήματος στο χρηματιστήριο ενέργειας Nord Pool (65,4€/MWh) (σ.σ. προκύπτει από το σύνολο των ενεργειακών αγορών της Νορβηγίας, Σουηδίας, Φινλανδίας, Δανίας, Εσθονίας, Λετονίας, Λιθουανίας, ενώ από τον Αύγουστο 2019 περιλαμβάνονται και οι Αυστρία, Βέλγιο, Γερμανία, Λουξεμβούργο, Γαλλία και Ολλανδία).
Παράλληλα, η μέση τιμή δικαιωμάτων εκπομπών CO2 (EU Allowance) σημείωσε άνοδο τον Σεπτέμβριο, με έντονα ανοδική πορεία (+145%) τους τελευταίους 11 μήνες.
Στ φόντο αυτό και με την ανησυχία έκδηλη ότι μπορεί να παγιωθεί μια μεγάλη διαφορά κόστους ενέργειας ανάμεσα στην Ελλάδα και άλλες ευρωπαϊκές χώρες ο κλάδος ζητεί παρέμβαση και στήριξη από την κυβέρνησης. Ωστόσο συγκεκριμένα μέτρα στήριξης για τη Βιομηχανία ακόμη δεν έχουν ανακοινωθεί καθώς η κυβέρνηση παραπέμπει σε δράσεις που έχουν γίνει συνολικά για τη μείωση των επιβαρύνσεων στις επιχειρήσεις ως «ανάχωμα» γενικού χαρακτήρα έναντι των ενεργειακών ανατιμήσεων. Άλλωστε με βάση κορυφαίο παράγοντα του ενεργειακού επιτελείου η Ελληνική οικονομία δεν είναι τόσο εκτεθειμένη όσο άλλες στα όσα συμβαίνουν στην ενεργειακή αγορά.
«Η κυβέρνηση έχει προχωρήσει ήδη σε μία σειρά οικονομικών μέτρων, όπως αυτά της μείωσης των φόρων και του έμμεσου εργοδοτικού κόστους, ελαφρύνοντας τις επιχειρήσεις ώστε να αντεπεξέλθουν στις προκλήσεις της εποχής. Παράλληλα, με αποφασιστικές πρωτοβουλίες, προωθούμε τη μόνιμη λύση στη μείωση του ενεργειακού κόστους, προκειμένου οι ελληνικές επιχειρήσεις να καταστούν βιώσιμες, ανθεκτικές και ανταγωνιστικές. Τέτοιες ολοκληρωμένες παρεμβάσεις είναι το νέο «Εξοικονομώ» για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, με πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας ύψους 450 εκατ. ευρώ, που θα ξεκινήσει πριν το τέλος του έτους, τα πράσινα διμερή συμβόλαια, η αύξηση του net metering στα 3 MW, αλλά και, με το πρόσφατο νομοσχέδιο για την ενεργειακή απόδοση, ένα πλέγμα συγκεκριμένων μέτρων για τη μείωση της τελικής κατανάλωσης ενέργειας το 2030 κατά 38% σε σχέση με το 2017» ανέφερε ο κ. Σκρέκας μιλώντας χτες στην Καθημερινή της Κυριακής.
Πάντως η «εργαλειοθήκη» για την στήριξη της οικονομίας, ακόμη και μεγάλων καταναωτών, έναντι των ενεργειακών ανατιμήσεων αναμένεται να εμπλουτιστεί και μετά τη Σύνοδο Κορυφής αυτής της εβδομάδας οπότε και θα οριστικοποιηθούν οι σχετικές αποφάσεις της ΕΕ.