Ως «άλλο ένα σκαλοπάτι στον κατήφορο της συστηματικής απαξίωσης των θεσμών, ακόμη και του ίδιου του Συντάγματος» και «άλλη μια ευκαιρία κερδοσκοπίας ημετέρων συμφερόντων, τόσο μεγάλη, που δε μπορεί να περιμένει τα τρία χρόνια που απαιτούνται για την επόμενη Συνταγματική αναθεώρηση», χαρακτηρίζει ο Αλέξης Τσίπρας το νομοσχέδιο της κυβέρνησης για τα μη κρατικά ΑΕΙ.
Ο πρώην πρωθυπουργός και πρώην πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ αναφέρει σε δήλωση του ότι «από το 15% για την Παιδεία της δεκαετίας του 1960 ως το Ψωμί-Παιδεία- Ελευθερία του Πολυτεχνείου και τους αγώνες των μαθητών, των φοιτητών και των δασκάλων τους τα νεότερα χρόνια, οι αγώνες για τη δημόσια και δωρεάν Παιδεία ήταν πάντα συνυφασμένοι με τους αγώνες του λαού μας για δημοκρατία, ελευθερία και δικαιοσύνη. Γιατί μια κοινωνία που δεν παρέχει σε όλες και όλους ισότιμα το δικαίωμα στη μόρφωση είναι μια κοινωνία καταδικασμένη σε μαρασμό».
Υποστηρίζει ότι «η κυβέρνηση Μητσοτάκη επιχειρεί σήμερα, μια αντιδραστική ρεβάνς. Νομοθετεί τη δυνατότητα ίδρυσης κερδοσκοπικών ιδιωτικών πανεπιστημίων, παρακάμπτοντας το πνεύμα και το γράμμα του Συντάγματος».
Θέτει το εξής ερώτημα: «Αλήθεια γιατί τόσα χρόνια, από τις αρχές της δεκαετίας του ενενήντα, ενώ η ΝΔ σταθερά υποστηρίζει την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων, ουδέποτε διανοήθηκε να προχωρήσει ή να προτείνει τη νομοθέτησή τους, δίχως την αναθεώρηση του άρθρου 16; Σήμερα ανακάλυψαν ότι το Σύνταγμα δεν αποτελεί εμπόδιο;».
«Προφανώς όχι», σημειώνει, υποστηρίζοντας ότι «πρόκειται για άλλο ένα σκαλοπάτι στον κατήφορο της συστηματικής απαξίωσης των θεσμών, ακόμη και του ίδιου του Συντάγματος, από μια κυβέρνηση που κάθε φορά που για αυτό εγκαλείται, απλώς απαντάει ότι εκλέχθηκε με 41%». «Και κυρίως», προσθέτει, «πρόκειται για άλλη μια ευκαιρία κερδοσκοπίας ημετέρων συμφερόντων. Τόσο μεγάλη, που δε μπορεί να περιμένει τα τρία χρόνια που απαιτούνται για την επόμενη Συνταγματική αναθεώρηση».
Όμως, τονίζει ο κ. Τσίπρας, «η Παιδεία είναι πολύ σοβαρή εθνική υπόθεση για να την αφήσουν οι δημοκρατικοί άνθρωποι, οι νέοι, οι δάσκαλοι, οι γονείς, η ακαδημαϊκή κοινότητα στο έλεος της κυβερνητικής αλαζονείας και της κερδοσκοπίας».
Επισημαίνει ότι «καμιά μεταρρύθμιση στην ανώτατη εκπαίδευση, οσοδήποτε αναγκαία, δεν μπορεί να γίνει χωρίς σοβαρό διάλογο με όλους τους ενδιαφερόμενους και την κοινωνία. Χωρίς τα υλικά μέσα για την εφαρμογή της. Χωρίς την αναγκαία κοινωνική συναίνεση». Εκτιμά ότι «γι’ αυτό, ακόμα κι αν η ίδρυση -παρά το Σύνταγμα- ιδιωτικών και κερδοσκοπικών πανεπιστημίων, γίνει σήμερα νόμος του κράτους, ένα είναι σίγουρο: Δεν θα ευδοκιμήσει».