Οι νέοι κανόνες για την πράσινη μετάβαση της ΕΕ φέρνουν αυξήσεις μέχρι και 12% στις τιμές των εισιτηρίων , όπως αναφέρθηκε από παράγοντες της ακτοπλοϊκής αγοράς στην ημερίδα «Σύγχρονες Ακτοπλοϊκές Μεταφορές, Βιώσιμη ανάπτυξη των Νησιών» πραγματοποιήθηκε από τον Σύνδεσμο Επιχειρήσεων Επιβατηγού Ναυτιλίας (ΣΕΕΝ) που πραγματοποιήθηκε χθες.
Πιο συγκεκριμένα από τον προσεχή Μάιο έρχονται ανατιμήσεις λόγω του βάρους που καλούνται να “σηκώσουν” τα “ποστάλια” από το κόστος των ρύπων αλλά του νέου καυσίμου μειωμένου θείου που θα χρησιμοποιεί ο κλάδος. Ουσιαστικά πρόκειται για άλλη μια μορφή “πράσινου” πληθωρισμού, ένεκα των νέων περιβαλλοντικών κανονισμών, που οδηγεί σε μεγαλύτερα κόστη λειτουργίας αλλά μεγαλύτερες επενδυτικές ανάγκες την ακτοπλοΐα.
Είναι χαρακτηριστικό ότι, όπως ανέφερε, ο Πρόεδρος του ΣΕΕΝ Διονύσης Θεοδωράτος, το ακτοπλοϊκό εισιτήριο επηρεάζεται από το κομμάτι των καυσίμων, που αποτελεί το 47% του κόστους λειτουργίας του πλοίου ενώ τόνισε ότι υπάρχει και μεγάλη έλλειψη υποδομών. «Δεν προχωράνε τα έργα γιατί καθυστερούν οι επιδοτήσεις», ανέφερε. Σχετικά με τις τιμές των εισιτηρίων, ο κ. Θεοδωράτος δήλωσε πως «το ακτοπλοϊκό εισιτήριο είναι ακριβό γιατί, εκτός από το κομμάτι των καυσίμων (που αποτελεί το 47% του κόστους λειτουργίας του πλοίου), υπάρχει επίσης το μισθολογικό κόστος, το κόστος των ανταλλακτικών, των επισκευών, κ.α.».
Επιπλέον, αναφέρθηκε στη ρήτρα καυσίμου που έχει θέσει ως όρο το Υπουργείο Ναυτιλίας και έχει περάσει από την Επιτροπή Ανταγωνισμού, σε σχέση με τις “άγονες” γραμμές κατά το παρελθόν. Σύμφωνα με την εν λόγω ρήτρα, η τιμή του εισιτηρίου προσαρμόζεται σύμφωνα με τις τιμές των καυσίμων. «Η τιμή του καυσίμου αποτελεί το 10-12% αυτού που θα επιφέρει την αύξηση στο εισιτήριο από 01/05/2025», ανέφερε χαρακτηριστικά. Βέβαια, από τον κλάδο αναφέρεται ότι σε ορισμένα δρομολόγια η αύξηση μπορεί να φτάσει και το 15%.
Παράλληλα έθεσε τον προβληματισμό το κατά πόσο σημαντική θέση έχει το εισιτήριο της ακτοπλοΐας, ακόμα και με τις τιμές που σήμερα έχει, στο όλο τουριστικό πακέτο, την ώρα που κατάσταση των τιμών σε άλλες παραμέτρους της τουριστικής δαπάνης έχει φτάσει σε υψηλά επίπεδα, συγκριτικά πάντα και με την αγοραστική δύναμη των πολιτών. «Ένα εισιτήριο για την Πάτμο τον αύγουστο έχει στα 50ν ευρώ την ώρα που για ένα δίκλινο υψηλής στάθμης καλούνται οι επισκέπτες να πληρώσουν ακόμη και 700 ευρώ» σημείωσε. Παράλληλα ο κ. Θοεδωράτος επισήμανε ότι το 35% των εισιτηριων το 2024 στην ακτοπλοΐα ήταν εκπτωτικά, (φοιτητικά, ΑΜΕΑ, δράσεις ΕΚΕ, εισιτήρια τρίτης ηλικίας, προγράμματα πιστότητας κτλ) κάτι που καλύπτεται από τις εταιρείες κι όχι από το κράτος όπως π.χ. συμβαίνει με τα εισιτήρια των ΚΤΕΛ.
Με τη συζήτηση να στρέφεται στο κρίσιμο ζήτημα των τιμών των ακτοπλοϊκών εισιτηρίων, ο Υπουργός Χρήστος Στυλιανίδης, παραδέχθηκε ότι η ακτοπλοΐα βρίσκεται ενόψει αυξημένου κόστους λειτουργίας λόγω της πράσινης μετάβασης και των νέων αυξημένου κόστους καυσίμων. Σημείωσε, δε, ότι η κυβέρνηση έχει εξετάσει το θέμα σε δυο συσκέψεις προκειμένου «να προλάβουμε το καλοκαίρι που έρχεται» όπως είπε χωρίς όμως να δώσει περισσότερες λεπτομέρειες.
Παράλληλα, αναφέρθηκε στην έλλειψη βασικών λιμενικών υποδομών στα νησιά, τα οποία δημιουργούν θέματα ασφάλειας. Όπως εξήγησε, στη θέση μικρών λειτουργικών έργων, επιχειρήθηκαν στο παρελθόν φαραωνικά έργα που σπατάλησαν πολλά λεφτά δίχως να λύσουν τα πιο επείγοντα, άμεσα ζητήματα. Το Υπουργείο κινήθηκε γρήγορα ώστε να αντιμετωπίσει αυτά τα προβλήματα, μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης και του ΕΣΠΑ.
«Κάνουμε συσκέψεις, στις οποίες τέθηκε επίμονα ότι το ETS της ναυτιλίας δεν μπορεί να διατίθεται αλλού. Πρέπει να επιστρέφει στην ακτοπλοΐα, δηλαδή εκεί από όπου προέρχεται», δήλωσε ο κ. Στυλιανίδης. «Θα βρούμε συμμαχίες και θα συζητήσουμε για το πώς μπορεί να αξιοποιηθεί το ETS για να αντιμετωπιστεί η αύξηση στο κόστος των εισιτηρίων», κατέληξε και συμπλήρωσε καλώντας τους εκπροσώπους του κλάδου να θέσουν το θέμα από κοινού στο ΥΠΕΝ που διαχειρίζεται του πόρους από τα έσοδα των ρύπων.
Σημειώνεται ότι τη θέση αυτή τη συμμερίζεται όλη η ναυτιλία και είναι ένα ζήτημα διαπραγμάτευσης και σε ευρωπαϊκό επίπεδο αλλά και σε επίπεδο εθνικών κυβερνήσεων, οι οποίες αποφασίζουν πως θα διατεθούν τα έσοδα από το ETS.
Από την πλευρά του ο Πρόεδρος του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), κ. Νικόλαος Βέττας παρουσίασε στο συνέδριο τα ευρήματα της μελέτης που διεξήχθη από το ΙΟΒΕ με τίτλο «Η επίδραση από την εφαρμογή της νομοθεσίας “Fit for 55” στον κλάδο της επιβατηγού ναυτιλίας στην Ελλάδα» σύμφωνα με την οποία η εφαρμογή των νέων περιβαλλοντικών κανονισμών ενδέχεται να επιφέρει αύξηση του λειτουργικού κόστους των ακτοπλοϊκών εταιρειών κατά περίπου 320 εκατομμύρια ευρώ έως το 2031, σε σύγκριση με ένα σενάριο μη εφαρμογής των μέτρων.
Βάσει της μελέτης αυτής, οι πιθανές συνέπειες της αύξησης του κόστους περιλαμβάνουν τη μείωση της συχνότητας των δρομολογίων και την αύξηση των τιμών των εισιτηρίων με αποτέλεσμα τη μείωση της επιβατικής κίνησης κατά 10,4% το 2031. Τέλος, θα επιφέρει απώλεια θέσεων εργασίας, λόγω της συνολικής μείωση της δραστηριότητας του κλάδου της ακτοπλοΐας. Όσο για την ποσοτικοποίηση των αρνητικών επιδράσεων βάσει της μελέτης η συνολική απώλεια του ΑΕΠ θα μπορούσε να ξεπεράσει τα 650 εκατομμύρια ευρώ έως το 2031, ενώ οι απώλειες θέσεων εργασίας θα μπορούσαν να ανέλθουν σε 16.000 σε ολόκληρη την ελληνική οικονομία.
Τόσο τα συμπεράσματα της μελέτης του ΙΟΒΕ όσο και οι ακτοπλόοι υπογράμμισαν την ανάγκη λήψης μέτρων στήριξης από την πολιτεία προκειμένου να μετριαστούν οι αρνητικές επιπτώσεις της νέας νομοθεσίας καθώς και την ανάγκη το κράτος να συμμετάσχει στις επενδύσεις. Επενδύσεις που εκτιμάται ότι φτάνουν τα 4 δισ. ευρώ με τα στελέχη του κλάδου να επισημαίνουν ότι οι επενδύσεις που έχουν γίνει ξεπερνούν ήδη το 1 δισ.
Άμεσα μέτρα
Για την αντιμετώπιση της όλης κατάστασης που, όπως φαίνεται, απειλεί την ακτοπλοϊα και τη συνδεσιμότητα των νησιών οι παράγοντες του κλάδου ζήτησαν άμεση μείωση του ΦΠΑ στα ΙΧ που είναι σήμερα στο 13% από 24%. Το θέμα έθεσε τόσο ο πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιά Βασίλης Κορκίδης. λέγοντας ότι έχει ένα δημοσιονομικό βάρος της τάξης των 100 εκατ. ετησίων, όσο και Διευθύνων Σύμβουλος του ΑΤΤΙCA GROUP, κ. Πάνος Δικαίος, που παράλληλα ζήτησε την άμεση ανακατεύθυνση από τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά εργαλεία (ETS, ευρωπαϊκά ταμεία κτλ) προς τον άκρως σημαντικό κλάδο της ακτοπλοΐας ώστε να στηριχθεί στις επενδύσεις “μαμούθ”, που καλείται να κάνει.
Παράλληλα, τόσο από τον πρώην αρχηγό του Λιμενικού Ναύαρχο ε.α. κ. Συρίγο, όσο κι από τον κ. Κορκίδη αλλά και από τον Πρόεδρο και Διευθύνοντα Σύμβουλο του Ομίλου ΟΝΕΧ, κ. Πάνο Ξενοκώστα το ζήτημα του μειωμένου ΦΠΑ στη ναυπηγοεπισκευή όσο και των διαθέσιμων επιδοτήσεων ώστε να διευκολυνθεί η ναυπήγηση πλοίων στην Ελλάδα. Βέβαια και ο πρόεδρος του ΣΕΕΝ έθεσε το ζήτημα των πληρωμών από το ΠΔΕ των αποζημιώσεων για τις “άγονες” γραμμές (γραμμές δημόσιας υπηρεσίας), που καταβάλλονται με πολύμηνες καθυστερήσεις στις εταιρείες, που εν τω μεταξύ καλούνται να έχουν καταβάλει ΦΠΑ, πληρωμές για καύσιμα και μισθούς.
Από την πλευρά, του δε, ο κ. Λεωνίδας Δημητριάδης – Ευγενίδης Ναυτιλιακός Πρεσβευτής ΙΜΟ/Πρόεδρος Ιδρύματος Ευγενίδου, τόνισε την ανάγκη για άμεσα μέτρα που θα αφορούν τα επείγοντα ζητήματα, όπως τη μετάβαση των συμβατικών πλοίων στο πετρέλαιο από τον Μάιο 2025, κάτι που θα επιφέρει πολύ σημαντική αύξηση στις τιμές των εισιτηρίων. Μαζί με τον πληθωρισμό, οι συνέπειες πρόκειται να είναι σοβαρές για τον κλάδο.
Χρηματοδοτήσεις 700 εκατ. ευρώ
Αναφερόμενος στο θέμα των κρατικών χρηματοδοτήσεων για την ακτοπλοΐα, ο Γενικός Γραμματέας Ναυτιλίας & Λιμένων, κ. Ευάγγελος Κυριαζόπουλος, τόνισε ότι το Υπουργείο ναυτιλίας για πρώτη φορά χρηματοδοτεί όχι απευθείας το πλοίο, αλλά τη ναυπηγοεπισκευαστική δραστηριότητα, με ένα πρόγραμμα που ξεκίνησε από 80 εκ. και έφτασε τα 160 εκ., και θα ξεπεράσει τα 700 εκ. με τις επενδύσεις των ιδιωτών.
Από την πλευρά του, ο Διευθύνων Σύμβουλος του ΑΤΤΙCA GROUP, κ. Πάνος Δικαίος ανέφερε: «Σύμφωνα με την έκθεση Ντράγκι, η Ευρώπη διαθέτει 40 δις επενδύσεων τον χρόνο για την πράσινη μετάβαση, που υπολογίζεται να φτάσουν το 1 τρισ. μέχρι το 2050. Το Υπουργείο έκανε αξιέπαινες προσπάθειες να φέρει όσα χρηματοδοτικά εργαλεία είναι διαθέσιμα αυτή τη στιγμή στην Ευρώπη. Πρέπει να πιέσουμε την Ευρώπη να δει κατάματα το θέμα και να θεσμοθετήσει ανάλογα μέτρα χρηματοδότησης για να υποστηρίξει όσα έχει η ίδια θεσμοθετήσει».
Κατά τη δική του τοποθέτηση, ο Διευθύνων Σύμβουλος της GRANT THORNTON, κ. Βασίλειος Καζάς σημείωσε πως από τα 36 δισ. του Ταμείου Ανάκαμψης, τα 17 αφορούν δάνεια τα οποία μπορούν να δοθούν στην ακτοπλοΐα και τον κλάδο της ναυτιλίας.
Με τη σειρά του, ο Πρόεδρος του ΕΒΕΠ, κ. Βασίλειος Κορκίδης επεσήμανε το δίλημμα που υφίσταται ανάμεσα στην επιτάχυνση της πράσινης μετάβασης ή την επιβράδυνσή της λόγω του υψηλού της κόστους. Τόνισε στη συνέχεια τον ρόλο της ακτοπλοΐας ως βασικό μέσο μαζικής μεταφοράς, υπογραμμίζοντας ότι οι επενδύσεις στη ναυτιλία έχουν στη μεγάλη τους πλειοψηφία πραγματοποιηθεί από ίδιους πόρους ή δάνεια που επιβαρύνουν τις ίδιες τις εταιρείες, αμφισβητώντας την επάρκεια των χρηματοδοτήσεων που προέρχονται από το Υπουργείο.
Τέλος, αναφορικά με τη δυνατότητα της ελληνικής βιομηχανίας να κατασκευάσει σύγχρονα πλοία τοποθετήθηκε ο Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος Ομίλου ΟΝΕΧ, κ. Πάνος Ξενοκώστας, ο οποίος, αναφερόμενος στα δύο νέα ναυπηγεία του Ομίλου, δήλωσε: «Μέσα σε 5 χρόνια έχουν γίνει μεγάλα βήματα», διευκρινίζοντας ωστόσο πως δεν έχουν υπάρξει επιδοτήσεις που να υποστηρίζουν τη δραστηριότητα αυτή. «Κρίνεται το κατά πόσο αυτές οι επιδοτήσεις θα γυρίσουν στην ελληνική οικονομία και θα υπάρχουν άμεσα ορατά αποτελέσματα με μετρήσιμους όρους, πχ. θέσεις εργασίας», σημείωσε, αναγνωρίζοντας ωστόσο πως τα αρμόδια υπουργεία βοήθησαν στο να προσπεραστούν κάποια από τα εμπόδια που προκύπτουν από το απαρχαιωμένο θεσμικό πλαίσιο. «Τα σύγχρονα ναυπηγεία πρέπει να επεκταθούν σε άλλες δραστηριότητες και να συμβάλλουν στην ενεργειακή μετάβαση της χώρας συνολικά, μέσω της πολυσχιδούς βιομηχανικής δραστηριότητας που θα αγγίζει άλλους τομείς», κατέληξε.