«Βασική προϋπόθεση για την επίτευξη της επιχειρηματικής αξιοποίησης της τεχνολογικής καινοτομίας στην πράξη είναι η καθιέρωση συστήματος αποτελεσματικής προστασίας των δικαιωμάτων βιομηχανικής ιδιοκτησίας. Σ’αυτή την περίπτωση, με την κατοχύρωση διπλώματος ευρεσιτεχνίας (πατέντας), ένα καινοτόμο προϊόν ή υπηρεσία μπορεί να αξιοποιηθεί εμπορικά διαφυλάσσοντας τα συμφέροντα του εφευρέτη, του ερευνητή, του ευρεσιτέχνη» τόνισε ο βουλευτής Επικρατείας της ΝΔ, καθηγητής Χρήστος Ταραντίλης κατά την τοποθέτησή του στην Επιτροπή Έρευνας και Τεχνολογίας της Βουλής που συνεδρίασε υπό την προεδρία του.
Θέμα της συνεδρίασης ήταν η «Τεχνολογική καινοτομία και δικαιώματα βιομηχανικής ιδιοκτησίας» και προσκεκλημένοι ομιλητές ήταν ο κ. Γεώργιος Ασημόπουλος, Υπεύθυνος Περιφερειακού Γραφείου Θεσσαλονίκης του Οργανισμού Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας (ΟΒΙ) και Διευθυντής Διανοητικής Ιδιοκτησίας του Κέντρου Καινοτομίας και Τεχνολογίας Θεσσαλονίκης και ο κ. Ιωάννης Κατσογιάννης, Πρόεδρος της Ελληνικής Ακαδημίας Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας (ΕΑΒΙ), και Αν. Καθηγητής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Ο κ. Ταραντίλης, στην τοποθέτησή του, διευκρίνισε ότι για την προστασία της βιομηχανικής ιδιοκτησίας ακολουθείται μια τυπική διαδικασία, κατά την οποία ο ερευνητής – εφευρέτης καλείται να περιγράψει το καινοτόμο προϊόν του (novelty), το πως ακριβώς συνεισφέρει στην υφιστάμενη γνώση (state of the art) με την καινοτομία του, ώστε να διενεργηθεί ο έλεγχος από τον αρμόδιο Οργανισμό Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας. Περαιτέρω, ο κ. Ταραντίλης επεσήμανε ότι για να αναπτυχθεί το ελληνικό οικοσύστημα καινοτομίας, είναι απαραίτητο τα καινοτόμα προϊόντα και υπηρεσίες να απευθύνονται σε μεγάλες αγορές του εξωτερικού. Εξ αυτού δημιουργείται αναπόδραστα η ανάγκη οι εταιρείες τεχνολογικής καινοτομίας πέραν της εθνικής κατοχύρωσης πατέντας, να απευθύνονται και στους μεγάλους διεθνείς αποδέκτες αιτήσεων κατοχύρωσης πατεντών (π.χ. το Ευρωπαϊκό Γραφείο Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας EPO, καθώς και οι αντίστοιχες δομές σε Κίνα και ΗΠΑ).
Ο πρόεδρος τη Επιτροπής ανέφερε, επίσης, ότι η κατάθεση της αίτησης διπλώματος ευρεσιτεχνίας έχει διαφορετικό κόστος ανάλογα με το αν αφορά μία ή περισσότερες χώρες και ποιες, προσθέτοντας πως πρέπει εγκαίρως να ληφθούν οι αντίστοιχες στρατηγικές αποφάσεις για την επιλογή των διεθνών αγορών στις οποίες πρόκειται να απευθυνθούν τα καινοτόμα προϊόντα και οι υπηρεσίες. Για να συμβεί αυτό χρειάζεται, σύμφωνα με τον κ. Ταραντίλη, διαρκής εκπαίδευση των μελών του ελληνικού οικοσυστήματος καινοτομίας (ερευνητών, επιχειρηματιών, εργαζόμενων στα Γραφεία Μεταφοράς Τεχνολογίας των ελληνικών ερευνητικών ιδρυμάτων) σε θέματα βιομηχανικής ιδιοκτησίας, αλλά και υποστήριξη από πιστοποιημένους συμβούλους ευρεσιτεχνίας και δικηγόρους. Επιπλέον, λόγω του πολύ υψηλού κόστους για την κατοχύρωση της πατέντας σε χώρες μεγάλων αγορών (π.χ. ΗΠΑ), ο κ. Ταραντίλης πρότεινε να χρηματοδοτούνται πρωτίστως – για να προστατέψουν την τεχνολογία τους – τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες που έχουν δυναμική να αποφέρουν έσοδα. Παρέπεμψε επίσης στις περιπτώσεις των δομών μεταφοράς τεχνολογίας στο Πανεπιστήμιο του Τελ Αβίβ (Ισραήλ) και στο Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο του Μονάχου (Γερμανία) που ήδη εφαρμόζουν αυτή την πολιτική χρηματοδότησης.
Στη συνέχεια τον λόγο πήραν οι κκ. Ασημόπουλος και Κατσογιάννης, οι οποίοι εστίασαν στον ρόλο του Οργανισμού Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας και της Ελληνικής Ακαδημίας Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας αντίστοιχα για την ανάπτυξη του ελληνικού οικοσυστήματος καινοτομίας, απαντώντας ακολούθως στις ερωτήσεις των μελών της Επιτροπής.