Στο πρώτο τρίμηνο του 2022, το ισοζύγιο καυσίμων ήταν αρνητικό κατά 2,7 δις. ευρώ όταν στο πρώτο τρίμηνο του 2021 το «άνοιγμα» ήταν μόλις 842 εκατ. ευρώ. Όλη αυτή η διαφορά «χτύπησε» το ΑΕΠ. Αιτία; Η εκτόξευση των εισαγωγών των καυσίμων στα 5,8 δις. ευρώ μέσα σε μόλις ένα τρίμηνο από 2,8 δις. ευρώ στο πρώτο τρίμηνο του 2021.
Και γεννάται τώρα το ερώτημα; Τι θα γίνει στο πρώτο τρίμηνο του 2023; Όλες οι μέχρι τώρα ενδείξεις είναι πολύ θετικές. Το φυσικό αέριο έχει παραμείνει για όλο το πρώτο τρίμηνο κάτω από τα 50 ευρώ ανά μεγαβατώρα, ενώ η διεθνής τιμή του πετρελαίου έχει υποχωρήσει στα επίπεδα του Δεκεμβρίου του 2021 ενώ μόνο σήμερα καταγράφει σημαντικές απώλειες άνω του 3% «δοκιμάζοντας» και το φράγμα των 70 δολαρίων το βαρέλι. Τι σημαίνει αυτό στην πράξη; Ότι υπάρχουν σοβαρές πιθανότητες να περιοριστεί το ενεργειακό έλλειμμα της χώρας κάτι που βεβαίως θα αποτυπωθεί θετικά στο ΑΕΠ του α’ τριμήνου.
Επίσημα στοιχεία από την Τράπεζα της Ελλάδας που να αφορούν στο 2023 δεν έχουν βγει μέχρι στιγμής καθώς στις 23 Μαρτίου θα γνωστοποιηθούν τα στατιστικά του Ιανουαρίου. Όμως έχουν βγει τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για τον Ιανουάριο και δείχνουν σημαντική μείωση στο εμπορικό έλλειμμα για τον Ιανουάριο: -2,3 δις. ευρώ φέτος από -3 δις. ευρώ πέρυσι. Μεγάλο ποσό τα 700 εκατ. ευρώ για έναν μόνο μήνα και η αποκλιμάκωση των τιμών των καυσίμων παίζει σημαντικό ρόλο. Και η κατάσταση με τις χαμηλές τιμές συνεχίστηκε για ολόκληρο το πρώτο τρίμηνο. Ασφαλώς θετικά τα νέα που μπορούμε να περιμένουμε από το συγκεκριμένο «μέτωπο» για το ΑΕΠ.
Προσοχή όμως. Ειδικά το πετρέλαιο υποχωρεί διότι οι αγορές φοβούνται ότι η κρίση στο χρηματοπιστωτικό σύστημα θα οδηγήσει σε ύφεση. Ας ληφθεί και αυτό υπόψη διότι αν υπάρξει μείωση της οικονομικής δραστηριότητας στις μεγάλες οικονομίες είναι άστοχο να περιμένει κανείς ότι η Ελλάδα θα μείνει ανεπηρέαστη. Γι’ αυτό και έλεγε προ ημερών στέλεχος του οικονομικού επιτελείου: «Μέχρι και την περασμένη Τετάρτη, ήμασταν έτοιμοι να αναθεωρήσουμε προς τα πάνω την πρόβλεψη για την πορεία της ελληνικής οικονομίας το 2023. Τώρα πρέπει να μετρηθεί και ο παράγοντας «τράπεζες».