Στο Ταμείο Επικουρικής Κεφαλαιοποιητικής Ασφάλισης (ΤΕΚΑ) και στους λόγους για τους οποίους μπορεί να εγγραφεί κάποιος σε αυτό αναφέρθηκε ο υφυπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, Πάνος Τσακλόγλου, με συνέντευξή του στα Παραπολιτικά FM 90.1.
Όπως είπε, «εκτός από αυτούς που ασφαλίζονται υποχρεωτικά στο ΤΕΚΑ, στο Ταμείο μπορούν να ασφαλιστούν επίσης εργαζόμενοι που δεν έχουν υποχρέωση επικουρικής ασφάλισης, όπως οι περισσότεροι αυτοαπασχολούμενοι, αλλά και ασφαλισμένοι του ΕΦΚΑ που ήταν έως 35 ετών, όταν ψηφίστηκε ο νόμος για το ΤΕΚΑ».
Στη συνέχεια, ο κ. Τσακλόγλου υπογράμμισε ότι υπάρχουν δύο σημαντικοί λόγοι, για να εγγραφεί κάποιος στο ΤΕΚΑ. «Αρχικά, το ΤΕΚΑ δίνει εγγύηση – ακριβώς επειδή είναι κομμάτι της κοινωνικής ασφάλισης – πως ό,τι και αν συμβεί η σύνταξη, την οποία θα λάβει ο ασφαλισμένος, θα αντιστοιχεί τουλάχιστον στις εισφορές που έχει καταβάλει σε πραγματικούς όρους, λαμβάνοντας υπ’ όψιν και τον πληθωρισμό. Επίσης, είναι πάρα πολύ μεγάλο Ταμείο και, επομένως, έχει πάρα πολύ μεγάλες οικονομίες κλίμακας, τις οποίες εκ των πραγμάτων είναι δύσκολο να τις έχει κάποιο Ταμείο το οποίο θα είναι αισθητά μικρότερο».
Όπως εξήγησε, «οι νέοι που ασφαλίζονται στο ΤΕΚΑ θα λάβουν τρεις συντάξεις: την εθνική σύνταξη, την οποία πληρώνει ο προϋπολογισμός και έχει δημοσιονομικό ρίσκο, την ανταποδοτική σύνταξη, η κύρια, δηλαδή, σύνταξη, που βασίζεται στις εισφορές των τότε εργαζομένων και έχει δημογραφικό ρίσκο και την κεφαλαιοποιητική επικουρική σύνταξη, που έχει το ρίσκο των αγορών.
Στα κεφαλαιοποιητικά συστήματα, γενικά, οι αποδόσεις έχουν μεγαλύτερες διακυμάνσεις απ’ ό,τι έχουν τα διανεμητικά συστήματα. Όμως, είναι πολύ υψηλότερες από αυτές που έχουν τα διανεμητικά συστήματα και, ειδικά, τα διανεμητικά συστήματα γηρασμένων κοινωνιών, όπως είναι η ελληνική.
Οπότε αυτός είναι ένας λόγος που μας κάνει να πιστεύουμε ότι οι νέοι θα πάρουν μεγαλύτερη σύνταξη από το ΤΕΚΑ από αυτή που θα λάμβαναν με τους υφιστάμενους κανόνες του επικουρικού του ΕΦΚΑ».
Σε ερώτηση σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο θα γίνονται οι επενδύσεις στο ΤΕΚΑ, ο υφυπουργός Εργασίας απάντησε τα εξής: «Οι εισφορές επικουρικής ασφάλισης των ασφαλισμένων στο ΤΕΚΑ (3% από τον εργοδότη και 3% από τον ασφαλισμένο) κατευθύνονται στο ΤΕΚΑ αντί του ΕΦΚΑ. Το ΤΕΚΑ επενδύει αυτά τα χρήματα, με συγκεκριμένους κανόνες.
Ο εργαζόμενος θα μπορεί να διαλέγει είτε όλες του οι εισφορές του να τοποθετηθούν σε ένα από τα τρία funds του ΤΕΚΑ – ένα πιο χαμηλού ρίσκου, ένα ισορροπημένο και ένα με μεγαλύτερο ρίσκο – είτε να τοποθετεί συγκεκριμένα ποσοστά στο καθένα από αυτά, π.χ. 30% στο υψηλού ρίσκου και 70% στο ισορροπημένο.
Και τα τρία αυτά funds θα έχουν το λεγόμενο προφίλ κύκλου ζωής, δηλαδή, όσο κάποιος είναι νεότερος, οι εισφορές του θα επενδύονται σε περιουσιακά στοιχεία τα οποία έχουν μεγαλύτερο ρίσκο, αλλά και μεγαλύτερες αποδόσεις. Όσο πλησιάζει κάποιος προς τη σύνταξη, θα γίνεται μία ανατοποθέτηση για παράδειγμα σε ομόλογα χαμηλού ρίσκου».
Μεταξύ άλλων, ο κ. Τσακλόγλου ανέλυσε τι αλλάζει με τη δημιουργία του ΤΕΚΑ, επισημαίνοντας τα ακόλουθα: «Υπάρχουν δύο ειδών ασφαλιστικά συστήματα. Τα πρώτα είναι τα λεγόμενα διανεμητικά, στο οποίο ανήκει και το δικό μας σύστημα, όπου οι τωρινοί εργαζόμενοι πληρώνουν εισφορές και με τις εισφορές αυτές πληρώνονται οι συντάξεις των τωρινών συνταξιούχων. Ο δεύτερος τύπος ασφαλιστικών συστημάτων είναι τα λεγόμενα κεφαλαιοποιητικά. Σε αυτά ο ασφαλισμένος καταβάλλει τις εισφορές του, αυτές επενδύονται και, όταν φτάνει στην ηλικία της συνταξιοδότησης, λαμβάνει μία σύνταξη με βάση τις εισφορές που έχει καταβάλει και τι απόδοση είχαν οι επενδύσεις του.
Τα διανεμητικά συστήματα δουλεύουν καλά, όταν έχουμε πολλούς εργαζόμενους και λίγους συνταξιούχους. Όταν οι κοινωνίες γνωρίζουν δημογραφική γήρανση, αρχίζουν τα προβλήματα. Αυτός είναι και ο λόγος που οι χώρες οι οποίες είδαν ότι έρχεται δημογραφικό τσουνάμι δημιούργησαν δίπλα στο διανεμητικό σύστημα κεφαλαιοποιητικά συστήματα, που να δίνουν συμπληρωματική σύνταξη, καθώς τα κεφαλαιοποιητικά συστήματα δεν υπόκεινται στον δημογραφικό κίνδυνο».