«Απασχολούμε 2.000 εργαζόμενους, στηρίζουμε την ελληνική οικονομία και δυστυχώς τα τελευταία τέσσερα χρόνια προσπαθούμε να εγκαταστήσουμε τη μονάδα παραγωγής μας στη Βοιωτία και δεν μας αφήνουν. Έχουμε χάσει δυο αναπτυξιακούς νόμους και έχουμε αναστείλει μια επένδυση της τάξης των 30 εκατ. ευρώ. Η πράσινη μονάδα παραγωγής βιοτεχνικών προϊόντων τελικά θα φτιαχτεί με το τριπλάσιο κόστος και σκοπεύουμε να κινηθούμε νομικά».
Αυτά τόνισε με ιδιαίτερα αυστηρό τόνο χθες ο επικεφαλής του ομίλου Βενέτης Παναγιώτης Μονεμβασιώτης (κεντρική φωτό) στηλιτεύοντας τη μνημειώδη όπως τη χαρακτήρισε γραφειοκρατία των δημόσιων φορέων στην Ελλάδα που αποτελεί όχι απλά τροχοπέδη για επενδύσεις, αλλά ουσιαστικά ακυρώνει πολλά projects, καθώς πολλοί επενδυτές δεν έχουν την υπομονή ή τα κεφάλαια να συνεχίζουν να υποστηρίζουν με υπομονή μια επένδυση που καθυστερεί πέντε ή και δέκα χρόνια.
Στη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου για την παρουσίαση των νέων projects του ομίλου στην Εθνική Πινακοθήκη, ο κ. Μονεμβασιώτης επισήμανε πως για να μεταφερθεί η παραγωγική μας μονάδα από τη Λυκόβρυση στη Βοιωτία, απαιτούνται 35 έγγραφα, με ισάριθμες επισκέψεις στις ανάλογες υπηρεσίες, με την κωλυσιεργία να είναι κεντρικό και δομικό πρόβλημα που «σκοτώνει» κάθε δημιουργική προσπάθεια.
Ο επικεφαλής της Βενέτης γνωστοποίησε πως ο όμιλος έχει ένα επενδυτικό πλάνο 80 εκατ. ευρώ την ερχόμενη τετραετία, που περιλαμβάνει αφενός τη νέα μεγάλη παραγωγική μονάδα στη Βοιωτία όπου έχουν αγοραστεί πολλά στρέμματα γης, μηχανολογικό εξοπλισμό, δημιουργία νέων καταστημάτων και εξαγορές δικτύων καταστημάτων εστίασης, όπως μικρών αλυσίδων καφέ.
Στόχος του τετραετούς αυτού προγράμματος είναι οι πωλήσεις του σήματος Βενέτη να ξεπεράσουν τα 200 εκατ. κύκλο εργασιών σε βάθος πενταετίας. Σήμερα η Βενέτης, η οποία συμπλήρωσε 75 χρόνια δραστηριότητας καθώς ιδρύθηκε το 1948, έχει υπό την ομπρέλα της 17 brands, με 125 σημεία πώλησης. Στόχος είναι έως το τέλος του τρέχοντος έτους, τα καταστήματα να έχουν φτάσει στα 145-150, πιθανότατα μέσω και εξαγορών έτοιμων αλυσίδων.
Μεγέθη
Ο κύκλος εργασιών του ανήλθε το 2022 στα 52,29 εκατ. ευρώ έναντι 43 εκατ. ευρώ το 2021, σημειώνοντας αύξηση 24%, ενώ ο όμιλος έχει επανέλθει σε επίπεδο πωλήσεων στα προ πανδημίας επίπεδα. Τα κέρδη προ φόρων του ομίλου έφτασαν το 2022 τα 3,67 εκατ. από 5,06 ευρώ το 2021, σημειώνοντας μείωση κατά 28%, ενώ το EBITDA κατήλθε στα 8,71 εκατ. ευρώ έναντι 11 εκατ. ευρώ το 2021, σημειώνοντας μείωση κατά 24%. Για το πρώτο τρίμηνο του 2023 ο κύκλος εργασιών του ομίλου εκτιμάται ότι σημείωσε αύξηση κατά 12%.
Οι επενδύσεις και τα νέα concept
Το επενδυτικό πρόγραμμα του ομίλου περιλαμβάνει την έναρξη λειτουργίας των χώρων εστίασης της Εθνικής Πινακοθήκης (Café Εστιατόριο Κ. Παρθένης και Café Ilissos), είσοδο στην αγορά των Dark Kitchens με δύο νέα concepts τo JACKSON BURGER και την PIZZA MIA, επέκταση στον χώρο της εστίασης με τη δημιουργία του νέου concept, TAILOR MADE COFFEE ROASTERS και επαναλειτουργία του ιστορικού JACKSON HALL.
H εταιρεία μπαίνει και στο χώρο των υπηρεσιών catering μέσω της Venice Boutique Catering και επικεφαλής τον Εxecutive Chef Jean Louis Capsalas, ο οποίος ανέλαβε μετά από διαγωνισμό και διαχειρίζεται τους δύο χώρους εστίασης στην Εθνική Πινακοθήκη. Το Café Εστιατόριο Κ. Παρθένης βρίσκεται στον τρίτο όροφο του κτηρίου Β’ της Εθνικής Πινακοθήκης, προσφέροντας στους επισκέπτες φαγητό με πιάτα που εναλλάσσονται ανάλογα με την εποχή και τις διαθέσιμες πρώτες ύλες.
Το Café Ilissos είναι ένα all day café που βρίσκεται κάτω από το φουαγιέ της κεντρικής εισόδου της Εθνικής Πινακοθήκης, μέσα στον κήπο με το κανάλι και τα διάσπαρτα γλυπτά. Σημειώνεται ότι και οι δυο χώροι ακολουθούν το ωράριο λειτουργίας της Εθνικής Πινακοθήκης.
Η αλυσίδα πραγματοποιεί είσοδο και στην αγορά των Dark Kitchens, με δύο νέα concepts, το Jackson Burger και την Pizza Mia, ενώ σε συνεργασία με την ομάδα του Tailor Made δημιουργήθηκε το νέο concept Tailor Made Coffee Roasters που είναι ένα concept ποιοτικού καφέ – καφεκοπτείου. Επίσης, έως το τέλος της τρέχουσας χρονιάς αναμένεται να επαναλειτουργήσει το ιστορικό μπαρ-εστιατόριο Jackson Hall στο Κολωνάκι.
Η ιστορία
Η ιστορία των φούρνων Βενέτη, που σήμερα παράγει πάνω από 10 τόνους ψωμί την ημέρα, ξεκινά το 1948, όταν άνοιξε ο πρώτος φούρνος στη Νέα Ερυθραία (σημερινή Κηφισιά). Το 1972, σε ηλικία 24 ετών, ανέλαβε την επιχείρηση ο Μπάμπης Βενέτης.
Τρία χρόνια μετά, ο πρώτος οικογενειακός φούρνος μεταφέρεται στην οδό Τατοΐου, αποτελώντας σημείο αναφοράς ακόμα και σήμερα, όχι μόνο για τους κατοίκους των βορείων προαστίων, αλλά και για τους επισκέπτες της περιοχής.
Από τη δεκαετία του ’90 ξεκίνησε η ανάπτυξη δικτύου, όχι μόνο με ιδιόκτητα καταστήματα αλλά και μέσω της μεθόδου franchise. Το 1994 λειτουργεί το πρώτο κατάστημα franchise και το 1995 δημιουργείται η νέα μονάδα παραγωγής στη Λυκόβρυση, με 14.000 τ.μ. χώρους παραγωγής.
Κομβικό έτος για την εξέλιξη της εταιρείας την τελευταία 20ετία ήταν στις αρχές της δεκαετίας του 2000, όπου ο τωρινός CEO Παναγιώτης Μονεμβασιώτης απέκτησε το πλειοψηφικό πακέτο μετοχών της εταιρείας, με το Μπάμπη Βενέτη να κρατά το υπόλοιπο 48%.
Αξίζει να σημειωθεί πως το 2002 η Βενέτης είχε χρέη 27 εκατ. ευρώ και κύκλο εργασιών μόλις 12 εκατ. ευρώ. Εξ αυτών τα 21 εκατ. αφορούσαν οφειλές προς τις τράπεζες. Τότε ξεκίνησε ένα πρόγραμμα αναδιάρθρωσης, με αλλαγές στελεχών και εφαρμογή νέας κουλτούρας. Σήμερα, η Βενέτης είναι μια εταιρεία με μηδενικό δανεισμό που χρηματοδοτεί κάθε αναπτυξιακή της δραστηριότητα μόνη της.