Σάββατο, 16 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήEDITOR'S PICKSΠοια είναι τα υπάρχοντα δεδομένα για τη ρύθμιση κόκκινων οφειλών– Γράφει η...

Ποια είναι τα υπάρχοντα δεδομένα για τη ρύθμιση κόκκινων οφειλών– Γράφει η Σ. Τσιπτσέ

Σοφία Ν. Τσιπτσέ
Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω
Διαπιστ. Διαμεσολαβήτρια ΥΔΔΑΔ
(αστική, εμπορική, ηλεκτρονική τραπεζική Διαμεσολάβηση)
Υπεύθυνη Προστασίας Δεδομένων / D.P.O. exec.

Όσο γραφικό και αν ακούγεται, το ζήτημα με τα κόκκινα δάνεια ακόμα απασχολεί τα φυσικά πρόσωπα και τις επιχειρήσεις και μάλιστα χαρακτηρίζεται ως φλέγον! Μπορεί βέβαια το νέο εργασιακό νομοσχέδιο, που κάθε άλλο παρά φιλεργατικό μπορεί να χαρακτηριστεί, να βρέθηκε στην κορυφή της νομικής επικαιρότητας, παρά ταύτα το ιδιωτικό χρέος παραμένει ένα πρόβλημα δίχως λύση, αλλά με χρώμα: κόκκινο!

Ποια είναι τα δεδομένα:

Από τη μια πλευρά έχουμε τους υπερχρεωμένους πολίτες που εντάχθηκαν στο πλαίσιο του «Νόμου Κατσέλη». Σε αυτή τη κατηγορία έχουμε τις εξής υποκατηγορίες: Όσους εκδόθηκε κάποια οριστική απόφαση ρύθμισης, οπότε οφείλουν να την τηρήσουν. Υπάρχει το στάδιο της έφεσης, σε περίπτωση που κάποιος θέλησε για πραγματικούς η νομικούς λόγους να συνεχίσει την υπό κρίση αίτηση του. Στην πραγματικότητα υπάρχουν πολλές εφέσεις που δεν έχουν εκδικαστεί και εκκρεμούν, όμως η έφεση δεν έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα, κατά συνέπεια ισχύει η ρύθμιση της οριστικής απόφασης μέχρι εκδικάσεως της εφέσεως. Στο πεδίο του νόμου Κατσέλη όμως υπάρχουν και χιλιάδες αιτήσεις σε πρώτο βαθμό που δεν έχουν ακόμα εκδικαστεί, λόγω των υπερφορτωμένων πινακίων των Ειρηνοδικείων της επικράτειας.

Για το λόγο αυτό και με σκοπό την επίσπευση της εκδίκασης, ψηφίστηκε ο νόμος 4745/2020, σύμφωνα με τον οποίο όσες υποθέσεις είχαν λάβει δικάσιμο μετά την 15-6-2021, θα έπρεπε ανάλογα με το χρόνο κατάθεσης της αίτησης και μέχρι συγκεκριμένη καταληκτική ημερομηνία, να ενταχθούν σε ηλεκτρονική πλατφόρμα της ειδικής γραμματείας διαχείρισης ιδιωτικού χρέους. Η διαδικασία μέσω της πλατφόρμας εκδίκασης γίνεται κάπως πιο αυτοματοποιημένα, καθότι σε πολλές περιπτώσεις η συζήτηση της αίτησης θα λαμβάνει χώρα χωρίς καν παρουσία μαρτύρων.

Το μέγα ζήτημα στην περίπτωση αυτή είναι η «ανασφάλεια δικαίου» που δημιουργείται καθότι, αφενός μεν η διαδικασία της πλατφόρμας και της επανακατάθεσης ηλεκτρονικά της αίτησης, με διαφορετικούς τρόπους κατάθεσης προτάσεων, κοινοποίησης των πιστωτών και εν γένει ολοκλήρωσης της διαδικασίας δημιούργησε και δημιουργεί μία ανασφάλεια στους συνηγόρους, οι οποίοι ήρθαν αντιμέτωποι με πρωτόγνωρες διαδικασίες, στις οποίες δεν έχουν εκπαιδευτεί ειδικά.

Μάλιστα, σε περίπτωση που χαθεί κάποια προθεσμία κοινοποίησης ή κατάθεσης προτάσεων, η αίτηση λογίζεται ως μηδέποτε ασκηθείσα, γεγονός που επιτείνει την ανασφάλεια! Επίσης, το γεγονός ότι με άλλο καθεστώς νομικό εισήχθη μία αίτηση και με άλλο νομικό καθεστώς θα εκδικαστεί δημιουργεί επίσης μία τεράστια ανασφάλεια δικαίου και αμφιβολίες περί συνταγματικότητας. Μάλιστα λεκτέο είναι, πως το βάρος των εξόδων της διαδικασίας και της ευθύνης που απορρέει την φέρει ο υπερχρεωμένος οφειλέτης, ο οποίος δεν φταίει για την υπερφόρτωση των πινακίων και την λειτουργική αδυναμία των ειρηνοδικείων να αντεπεξέλθουν στον όγκο, όμως αυτός είναι ο τελικός αποδέκτης της αδυναμίας αυτής.

Από την άλλη πλευρά, είναι οι υπερχρεωμένοι «αρρύθμιστοι» οφειλέτες, οι οποίοι έχουν τις εξής επιλογές: είτε να κάνουν διαπραγμάτευση ευθέως με τους πιστωτές (είτε μέσω διαμεσολάβησης – σε περίπτωση που δεχτούν να συμμετέχουν στη διαδικασία), είτε να υπαχθούν στο νέο πτωχευτικό νόμο, ο οποίος ξεκίνησε ήδη να ισχύει. Η ρύθμιση οφειλών μπορεί να γίνει μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας του εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών ή μέσω της διαδικασίας της εξυγίανσης επιχειρήσεων. Φυσικά πρόσωπα ή επιχειρήσεις μπορούν να υποβάλουν αίτηση στο Ηλεκτρονικό Μητρώο Αφερεγγυότητας, ώστε να λάβουν τη 2η ευκαιρία και ταυτόχρονα να απαλλαχθούν από όλες τις οφειλές, μέσω όμως της ρευστοποίησης της περιουσίας τους.

Το μεγάλο ζήτημα κατά την άποψη του γράφοντος στη διαδικασία του εξωδικαστικού μηχανισμού (που προηγείται της πτώχευσης) είναι ότι στη διαδικασία αυτή υπάρχει ένα καλό και ένα τεράστιο κακό: το καλό είναι ότι προβλέπονται δόσεις και ρυθμίσεις με Δημόσιο και Πιστωτές. Το τεράστιο κακό είναι ότι ΔΕΝ είναι υποχρεωτική η συμμετοχή των πιστωτών στη διαδικασία, όπερ σημαίνει ότι αν δεν συμμετέχουν, ή ότι αν συμμετέχουν και δεν θελήσουν να συμφωνήσουν, ο εξωδικαστικός αποτυγχάνει και το επόμενο στάδιο είναι: η πτώχευση. Οι δυνατοί πιστωτές παραμένουν στη θέση ισχύος τους και οι αδύναμοι οφειλέτες παραμένουν στη θέση της αδυναμίας τους με αποτέλεσμα να γεννιέται ένα ανύπαρκτο δίλημμα: ρύθμιση (?) – μόνο και εφόσον το θέλουν οι πρώτοι- ή πτώχευση!

Το μέγα ζήτημα με τη διαδικασία του πτωχευτικού που δεν τον έχουμε δει στην πράξη ακόμα, καθότι ο ιδιωτικός φορέας διαχείρισης δεν έχει συσταθεί, είναι ότι οι υπερχρεωμένοι και πλέον πτωχευμένοι οφειλέτες από ιδιοκτήτες θα μετατραπούν σε… ενοικιαστές. Το ζήτημα αυτό που είναι θέμα χρόνου να το δούμε στην πράξη θα έχει πέρα από οικονομικό αντίκτυπο και κοινωνικό! Ιδιαίτερα σε μία περίοδο πανδημίας οι πλειστηριασμοί της πρώτης κατοικίας είναι ένα σενάριο κοινωνικής πραγματικότητας και όχι φαντασίας, η οποία θα επιφέρει τεράστια κοινωνικοοικονομικά προβλήματα.

Ρύθμιση ή πτώχευση; Πτώχευση με ενοικίαση, ή πτώχευση χωρίς ενοικίαση; Σε κάθε περίπτωση, ονομάστηκε ο νέος αυτός πτωχευτικός νόμος, ως δεύτερη ευκαιρία. Δεύτερη ευκαιρία, γιατί τα χάνεις όλα και υπό προϋποθέσεις διαγράφεται το υπόλοιπο των οφειλών.

Το νομικό κενό για τους υπερχρεωμένους οφειλέτες που επιζητούν να ρυθμίσουν και όχι να πτωχεύσουν είναι τεράστιο. Και γίνεται ακόμα μεγαλύτερο, καθώς  βρισκόμαστε ενώπιον μιας νέας γενιάς κόκκινων δανείων – λόγω της κατάρρευσης της οικονομίας από την πανδημία. Η δεύτερη αυτή ευκαιρία, όσον και αν διατείνεται ότι δίνεται, στην πραγματικότητα δεν έχει δοθεί και δεν αναμένεται από τα νομοθετικά δεδομένα να δοθεί.

MUST READ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ