Το 84,1% των εμπορικών καταστημάτων της πρωτεύουσας, είχαν μεγάλη πτώση τζίρου, φέτος το Μάιο σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2019.
Αυτό προκύπτει από έρευνα του Εμπορικού Συλλόγου Αθηνών που πραγματοποιήθηκε τον Μάιο του 2021, με σκοπό να καταγράψει την πραγματική κατάσταση της αγοράς την πρώτη περίοδο της επαναλειτουργίας της.
Εκτίμηση του συλλόγου είναι ότι η ελαχιστοποίηση της χρήσης των ΜΜΜ ως μέτρο προστασίας από το covid-19 και η έλλειψη τουρισμού, έχουν ως αποτέλεσμα η πτώση του τζίρου στο κέντρο της Αθήνας να είναι πολύ μεγαλύτερη από τις περιφερειακές αγορές ενώ ειδικά η παραδοσιακή αγορά της Πλάκας και του Μοναστηρακίου όπου δραστηριοποιούνται εμπορικές επιχειρήσεις που απευθύνονται αποκλειστικά στον εισερχόμενο τουρισμό, αντιμετωπίζουν κάθετη πτώση τζίρου.
Οι πωλήσεις στο λιανεμπόριο της πρωτεύουσας, τον Μάιο του 2021 σε σύγκριση με τον Μάιο του 2019, δείχνουν ότι η πλειοψηφία 84,1% δηλώνει πτώση τζίρου με το 55,2% των ερωτηθέντων να δηλώνει πτώση τζίρου κάτω από 30% ενώ μόνο 8,8% δήλωσαν αύξηση τζίρου και αυτό οφείλεται στην ίδρυση νέων υποκαταστημάτων το 2021.
Επίσης, σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας, λιγότεροι από τους μισούς (45,3%) δήλωσαν πτώση του τζίρου τον Μάιο του 2021 σε σύγκριση με τον Μάιο του 2020, όμως χαρακτηρίζεται ενθαρρυντικό ότι ένας στους τέσσερεις (24,9%) πέτυχε αύξηση έως 15% τον Μάιο του 2021 σε σύγκριση με το Μάιο του 2020, αν και περισσότεροι από τους μισούς (50,2%) είχαν ίδια αποτελέσματα με τον περυσινό Μάιο ή δήλωσαν αυξημένο τζίρο.
Σε ό,τι αφορά στις πωλήσεις του πεντάμηνου, το 68% των ερωτηθέντων κατέγραψαν πτώση τζίρου και μόνο, σχεδόν ένας στους 10 (11,6%) πέτυχε αύξηση τζίρου στο προαναφερόμενο χρονικό διάστημα.
Δήλωση Στ. Καφούνη
Με αφορμή την έρευνα, ο πρόεδρος του Ε.Σ.Α Σταύρος Καφούνης δήλωσε: «Η επαναλειτουργία της αγοράς σε καθεστώς χαμηλών τζίρων και η διαπίστωση ότι χρειάζεται πολύς χρόνος ακόμα για να επανέλθουμε στους ρυθμούς του 2019 έχοντας βελτιωμένη ρευστότητα, δείχνει ότι οι εμπορικές επιχειρήσεις χρειάζονται ακόμα στοχευμένη στήριξη για να καλυφθεί “το βουνό των υποχρεώσεων” που μεταφέρθηκαν από την περίοδο της πανδημίας στο εγγύς μέλλον.
Είναι απαραίτητο οι επιχειρήσεις να λειτουργήσουν έως το τέλος του έτους με μειωμένες δαπάνες και να έχουν τη δυνατότητα μίας γενναίας ρύθμισης των συνολικών οφειλών τους, με παράλληλη διατήρηση του μέτρου της υποχρεωτικής μείωσης των ενοικίων για ένα ακόμα εξάμηνο και στοχευμένη στήριξη του λιανεμπορίου με τη δημιουργία ενός ειδικού προγράμματος ΕΣΠΑ, ακολουθώντας το παράδειγμα της στήριξης του κλάδου της εστίασης»