Στον ελληνοτουρκικό διάλογο, στον πρόσφατο νόμο του υπουργείου Εθνικής Άμυνας και στους εξοπλισμούς αναφέρθηκε ο υφυπουργός Εθνικής Άμυνας, Γιάννης Κεφαλογιάννης, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «POLITICAL», διαβεβαιώνοντας ότι «η συμμετοχή της χώρας μας σε μια σειρά αποστολών μεγάλης εθνικής και ευρωπαϊκής σημασίας γίνεται χωρίς την παραμικρή έκπτωση ως προς την υπεράσπιση του εθνικού θαλάσσιου χώρου» και εκφράζοντας «τη βεβαιότητα ότι στο τέλος αυτής της δεκαετίας το Πολεμικό Ναυτικό θα είναι ισχυρότερο παρά ποτέ στην ιστορία της πατρίδας μας».
Ειδικότερα ο κ. Κεφαλογιάννης για τον ελληνοτουρκικό διάλογο, μεταξύ άλλων, ανέφερε: «Δεν συζητάμε απλώς για να συζητάμε αλλά για να μπορέσουμε προφανώς κάποια στιγμή να επιλύσουμε τη μία και μοναδική διαφορά που αναγνωρίζουμε, δηλαδή την οριοθέτηση της ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας. Σε περίπτωση που αυτό δεν συμβεί, η δεύτερη καλύτερη επιλογή είναι να παραμείνουμε καλοί και χρήσιμοι γείτονες ο ένας προς τον άλλον, συμφωνώντας και οι δύο ότι διαφωνούμε. Διαπραγματευόμαστε όχι με φόβο ή αδυναμία, αλλά με αυτοπεποίθηση την οποία αντλούμε από το διεθνές δίκαιο, από την ορθότητα των επιλογών στην εξωτερική μας πολιτική χωρίς να διακοπεί ούτε στιγμή η συνεχής ενίσχυση και ο εκσυγχρονισμός των Ενόπλων Δυνάμεων και άλλων συντελεστών ισχύος και αποτροπής.
Σε ερώτηση εάν αρκούν οι τρεις φρεγάτες Belharra που ναυπηγούνται για να καλύψουν τις αυξημένες ανάγκες του Στόλου, απάντησε πως «έχουμε δεσμευθεί ότι οι Ένοπλες Δυνάμεις μας θα διαθέτουν τους υλικούς πόρους που απαιτούνται για να φέρουν σε πέρας την αποστολή τους». Υπενθύμισε, δε, «την έναρξη διερεύνησης συμμετοχής στο πρόγραμμα ναυπήγησης, στην Ελλάδα, με ειδικές προδιαγραφές, της Constellation, της νέας γενιάς φρεγάτας του αμερικανικού Πολεμικού Ναυτικού. Εφόσον αποφασίσουμε τη ναυπήγησή της, μετά από αυτό το αρχικό στάδιο, θα αποτελέσει ένα πολύ σημαντικό όπλο, που μαζί με τις φρεγάτες Belharra και τα λοιπά εξοπλιστικά προγράμματα θα στηρίξουν το ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό στον 21ο αιώνα».
Απαντώντας σε ερώτηση εάν μπορεί το Πολεμικό Ναυτικό μας να ανταποκριθεί με τα πλοία που διαθέτει στις συμμαχικές επιχειρησιακές απαιτήσεις που ξεφεύγουν, όχι μόνο από τα όρια του Αιγαίου αλλά και της Μεσογείου, ο υφυπουργός Εθνικής Άμυνας σημείωσε ότι η συμμετοχή της χώρας σε αυτές γίνεται χωρίς την παραμικρή έκπτωση ως προς την υπεράσπιση του εθνικού θαλάσσιου χώρου. «Θα συνεχίσουμε την ενίσχυσή του, έτσι ώστε να μπορεί να ανταποκριθεί στα αυξημένα επιχειρησιακά του καθήκοντα που επιτάσσει το εθνικό συμφέρον. Έχω τη βεβαιότητα ότι στο τέλος αυτής της δεκαετίας το Πολεμικό Ναυτικό θα είναι ισχυρότερο παρά ποτέ στην ιστορία της πατρίδας μας», τόνισε.
Για την ενεργότερη συμμετοχή των Ενόπλων Δυνάμεων στην πρόληψη και αντιμετώπιση των πυρκαγιών, επεσήμανε ότι «αυτό που έχει αλλάξει καταρχάς είναι η οργανωτική δομή μέσα από την οποία συνδράμουμε την Πολιτική Προστασία, με την πρόσφατη σύσταση της Διοίκησης Κατασκευών και Αντιμετώπισης Φυσικών Καταστροφών (ΔΙ.Κ.Α.Φ.ΚΑ.). Τη στελεχώνουμε με μια κρίσιμη μάζα προσωπικού με εξειδικευμένες γνώσεις και εμπειρία που διαθέτουν ήδη τον αναγκαίο εξοπλισμό. Επιπλέον, διαθέτουμε διαρκώς εκατοντάδες μηχανήματα έργου από τις μονάδες του Μηχανικού, κρίσιμες για την καταστολή φυσικών καταστροφών».
Όσον αφορά τις μεταρρυθμίσεις στην οργάνωση και λειτουργία των Στρατιωτικών Σχολών, ο κ. Κεφαλογιάννης επανέλαβε ότι «νομοθετήσαμε πρόσφατα αλλαγές στην στρατιωτική και ακαδημαϊκή εκπαίδευση σε τέσσερις κατευθύνσεις: Την εισαγωγή νέων αντικειμένων που σχετίζονται με τις σύγχρονες απειλές, την ενσωμάτωση σε επίπεδο εκπαίδευσης των συμπερασμάτων από τη μελέτη των πρόσφατων πολέμων, την επανεξέταση και προσαρμογή της χρονικής διάρκειας των σπουδών στις νέες εκπαιδευτικές ανάγκες, καθώς και την ενθάρρυνση και διευκόλυνση της ακαδημαϊκής εξέλιξης των αξιωματικών».
Σχετικά με την αναβάθμιση των πτυχίων των αποφοίτων των Ανωτέρων Στρατιωτικών Σχολών Υπαξιωματικών (ΑΣΣΥ) ανέφερε ότι «εργαζόμαστε ήδη προς αυτήν την κατεύθυνση. Δεν είναι δυνατόν το πτυχίο των ΑΣΣΥ να ισοδυναμεί σήμερα ακαδημαϊκά με εκείνο ενός ΙΕΚ, καθώς αυτό έχει άμεσες συνέπειες ως προς τις επαγγελματικές προδιαγραφές του υπαξιωματικού του 21ου αιώνα που έχουν ανάγκη οι ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις».
Για την ίδρυση του Ελληνικού Κέντρου Αμυντικής Καινοτομίας, (ΕΛΚΑΚ) υπογράμμισε ότι στόχευση είναι «να αναπτύξουμε τις θεσμικές διαδικασίες που θα επιτρέψουν την ενσωμάτωση της τεχνολογίας και της καινοτομίας που παράγει η χώρα μας στη λειτουργία των Ενόπλων Δυνάμεων. Με αυτόν τον τρόπο, τόσο οι νεοφυείς όσο και οι ανεπτυγμένες επιχειρήσεις της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας θα μπορούν να προσανατολίσουν τα επιχειρηματικά τους σχέδια, κατευθύνοντας τις επενδύσεις και τις υποδομές τους στις ανάγκες των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων».
Τέλος, για το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών, ο υφυπουργός Εθνικής Άμυνας επανέλαβε ότι «αυτό που ζήτησαν οι πολίτες είναι περισσότερη δουλειά και λιγότερα λάθη, μεγαλύτερα αποτελέσματα και μικρότερες καθυστερήσεις. Ταυτόχρονα, όμως, αποδοκίμασαν τις ανεπεξέργαστες, ανέξοδες και συχνά μαγικές λύσεις σύσσωμης της αντιπολίτευσης. Αυτό καθιστά την κυβερνητική ευθύνη που απορρέει από την εμπιστοσύνη των πολιτών προς τη Νέα Δημοκρατία ακόμα μεγαλύτερη.