«Επειδή για δύο χρόνια είχαμε τα μέτρα προστασίας για τον κορωνοϊό, μέτρα αποφυγής συνωστισμού και μάσκες, οπότε ο κόσμος δεν αρρώστησε. Από το μόνο που αρρώσταινε ήταν ο κορωνοϊός, τα υπόλοιπα μεταδιδόμενα από τον αέρα νοσήματα, όπως οι ιώσεις και η γρίπη, δεν υπήρχαν, άρα ο πληθυσμός δεν έχει ανοσία για αυτά και είναι πιο εύκολο τώρα που κυκλοφορούμε να κολλήσουμε από αυτά», δήλωσε ο καθηγητής Πνευμονολογίας Θεόδωρος Βασιλακόπουλος αναφορικά με το κοκτέλι το «κοκτέιλ» κορωνοϊού και γρίπης
Σύμφωνα με τον κ. Βασιλακόπουλο, τα παιδιά δεν κινδυνεύουν σοβαρά από τη γρίπη, αρκεί να έχουν εμβολιαστεί τόσο για τον κορωνοϊό όσο και για τη γρίπη.
«Θα πρέπει να εμβολιαστούν για τη γρίπη κυρίως εκείνοι που κινδυνεύουν, όσοι είναι μεγάλοι σε ηλικία και όσοι έχουν υποκείμενα νοσήματα».
«Θα πρέπει αν δεχόμαστε την επιστημονική πραγματικότητα είτε μας αρέσει είτε όχι. Όποιος νόσησε και έχουν περάσει τρεις μήνες πρέπει να κάνει την επικαιροποιημένη δόση του εμβολίου. Μέχρι να βρεθεί άλλη λύση μπορεί να χρειαστεί να εμβολιαζόμαστε συχνά. Δεν είναι τραγικό να εμβολιάζεσαι», είπε για τον κορωνοϊό.
Για την επιστροφή των ανεμβολίαστων υγειονομικών
Σύμφωνα με όσα είχε δηλώσει ο υπουργός Υγείας Θάνος Πλεύρης στο MEGA, οι ανεμβολίαστοι υγειονομικοί θα επιστρέψουν στην εργασία τους από την 01/01/2023 κάτω από αυστηρό πρωτόκολλο.
«Με βάση την απόφαση του ΣτΕ, που επανεξέτασε το μέτρο, έκρινε ότι η παράταση του μέτρου υπερβαίνει την αρχή της αναλογικότητας. Ήδη έχουμε λάβει την απόφαση για να δούμε πως θα εφαρμοστεί η απόφαση. Θα εφαρμοστεί, παρόλο που θεωρώ ότι είναι μία επικίνδυνη απόφαση για τη δημόσια υγεία. Το μέτρο θα εφαρμοστεί αφού λάβουμε όλα τα μέτρα ώστε να υπάρχει ένα αυστηρό πρωτόκολλο για την προστασία της δημόσιας υγείας», είχε αναφέρει σχετικά ο υπουργός Υγείας.
Ξεκάθαρη ήταν η θέση του Θεόδωρου Βασιλακόπουλου επί του θέματος, με τον ίδιο να δηλώνει πως «ένας γιατρός που έχει τόσο λανθασμένη κρίση, τόσο επηρεασμένη από δοξασίες, που δεν μπορεί να αναλύσει σωστά τα δεδομένα από τον κορωνοϊό και να προστατεύσει τον εαυτό του, δεν μας εγγυάται ότι θα αναλύσει σωστά τα δεδομένα σε άλλα ζητήματα, όπως το έμφραγμα και τον καρκίνο».