Στα ύψη κινούνται οι τιμές φυσικού αερίου στο φόντο των κινήσεων περιορισμού της ροής φυσικού αερίου στον αγωγό Nord Stream 1 από τους Ρώσους. Λόγω, δηλαδή, της περιορισμένης ροής αερίου από τη Ρωσία (στο 20% της χωρητικότητας πλέον λειτουργεί από 40% τις τελευταίες μέρες) οι τιμές έφτασαν στον περίφημο Ολλανδικό δείκτη TTF στα 214,005 ευρώ/MWh, μετά από άνοδο 21,170% για το συμβόλαια Αυγούστου με τις τιμές για τους επόμενους μήνες να είναι ακόμη πιο ψηλά.
Παράλληλα χθες στα 473,93 ευρώ/MWh διαμορφώθηκε η Τιμή Εκκαθάρισης Αγοράς (ΤΕΑ) της Αγοράς Επόμενης Ημέρας για σήμερα Tετάρτη 27/07/2022. Η τιμή ενισχύθηκε κατά 5% σε σχέση με την προηγούμενη ημέρα.
Στο ενεργειακό μείγμα ο λιγνίτης κατέχει 19%, το φυσικό αέριο 41,8% τα υδροηλεκτρικά 6% οι εισαγωγές 7,3% και οι ανανεώσιμες 20,7%.
Αλλαγές στο Target Model
Στο φόντο αυτό, που ουσιαστικά είναι μια “προβολή” του τι θα γίνει τους επόμενους μήνες η Ελληνική πλευρά αρχίζει να προωθεί πρόταση για ένα νέο πανευρωπαϊκό μοντέλο σχεδιασμού της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Ουσιαστικά, ακολουθώντας μια παλιότερη πρόταση της βιομηχανίας, επιδιώκει την αποσύνδεση των τιμών φυσικού αερίου από τις τιμές ηλεκτρικής ενέργειας. Μάλιστα με βάση τις κυβερνητικές ανακοινώσεις, υπέβαλε την όλη ιδεά στο Συμβούλιο Υπουργών Ενέργειας χθες ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Κώστας Σκρέκας.
Με την εφαρμογή αυτού του μοντέλου, όπως ανέφερε, χθες σχετική ανακοίνωση του Υπουργείου Περιβάλλοντος κι Ενέργειας. “διασφαλίζονται προσιτές τιμές ενέργειας για τα ευρωπαϊκά νοικοκυριά και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Η Γερμανία, η Γαλλία, η Ισπανία, η Ιταλία, η Ρουμανία και η Κύπρος στήριξαν την πρόταση της Ελλάδας για να ξεκινήσει η συζήτηση για ένα νέο πανευρωπαϊκό μοντέλο στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας.”
Ο Πρωθυπουργός
Υπενθυμίζεται ότι το ζήτημα της παροχής ευρωπαϊκής στήριξης, προκειμένου να γίνει εφικτή η αποσύνδεση της τιμής του φυσικού αερίου από αυτήν του ηλεκτρικού ρεύματος είχε θέσει ήδη από την περασμένη άνοιξη ο Πρωθυπουργός. Μάλιστα, κατά τη συνάντηση του στις 12/4 με τον Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, Βέρνερ Χόγιερ είχε θέσει το όλο ζήτημα λέγοντας χαρακτηριστικά:“Πρέπει να αποσυνδέσουμε τις τιμές του φυσικού αερίου από τις τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας και για να το κάνουμε αυτό χρειαζόμαστε ευρωπαϊκή στήριξη.
Εάν δεν συμβεί αυτό, θα πρέπει να βασιστούμε στους εθνικούς μας πόρους, κάτι που θα επιβαρύνει, φυσικά, τους προϋπολογισμούς μας. Αλλά αν δεν καταφέρουμε να φτάσουμε σε μια συμφωνία, θα είναι μια ευρωπαϊκή αποτυχία. Διότι αυτή τη στιγμή, όπως μπορείτε να δείτε, σε εκλογές στην Ευρώπη, ορισμένες δυνάμεις του λαϊκισμού ενισχύονται από τη δυσαρέσκεια των πολιτών όσον αφορά το κόστος ζωής. Και αυτές είναι πραγματικές και εύλογες ανησυχίες. Θεωρώ, λοιπόν, ότι είναι η στιγμή η Ευρώπη να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων, όπως κάναμε με το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, και να προχωρήσει σε κάποια λύση” είχε τονίσει τον Απρίλιο ο κ. Μητσοτάκης.
Ουσιαστικά, πλέον, η κυβέρνηση βλέποντας ότι το Target Model ήταν βασισμένο σε άλλα “σενάρια αγοράς” κάνοντας στροφή 180 μοιρών συντάσσεται με απόψεις εκείνων που ζητούν εδώ και καιρό την πλήρη αναδόμησή, ώστε πλέον να απαντά στα προτάγματα της ενεργειακής κρίσης.
‘Ετσι, με βάση πληροφορίες, στο φόντο των δυνατοτήτων παραγωγής με χαμηλό κόστος “πράσινης” ενέργειας, ο κ. Σκρέκας έθεσε στο πλαίσιο του Συμβουλίου πρόταση για τιμολόγηση του ρεύματος ανά τεχνολογία παραγωγής και ουσιαστική “απενεργοποίηση” της Οριακής Τιμής Συστήματος, που βασίζεται κύρια στις τιμές που δίνουν οι μονάδες φυσικού αερίου, που συχνά είναι και οι ακριβότερες. Δηλαδή, με βάση πληροφορίες, πρότεινε, να υπάρχει μια τιμή, που θα διαμορφώνεται αναλογικά με το φορτίο που εγχέεται στο σύστημα ανά τεχνολογία, π.χ. μία για τις ΑΠΕ και άλλη μια για τις θερμικές μονάδες κι έτσι να μην μπορούν οι τελευταίες να συμπαρασύρουν προς τα πάνω μέσω της ΟΤΣ τις τελικές τιμές. Βέβαια μια τέτοια πρόταση σημαίνει άρδην αλλαγή πολιτικής της ΕΕ σε σχέση με το Target Model και γιαυτό και η σχετική υποδοχή που επεφύλαξαν κράτη μέλη αλλά και η Κομισιόν ενείχε έναν έντονο προβληματισμό αλλά και μια υπόμνηση ότι απαιτείται εντελεχής μελέτη.