Του Δημήτρη Γ. Απόκη*
Εν μέσω διασταυρούμενων πυρών από δυο πρώην Πρωθυπουργούς και Προέδρους της Νέας Δημοκρατίας, τον Αντώνη Σαμαρά και τον Κώστα Καραμανλή, στη βάση παραταξιακών συντεταγμένων, βρέθηκε χθες στο Πολεμικό Μουσείο η πολιτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη, στην εκδήλωση για το βιβλίο του Μανώλη Κοττάκη, “Οι Απόρρητοι Φάκελοι Καραμανλή”.
Οι ομιλίες των δυο πρώην Πρωθυπουργών και Προέδρων της Νέας Δημοκρατίας, ήταν παραπληρωματικές. Εξέφρασαν με αιχμηρό και ξεκάθαρο τρόπο τη δυσαρέσκεια τους, σε βασικές πτυχές της πολιτικής που ακολουθεί η κυβέρνηση Μητσοτάκη, εκτιμώντας ότι η χώρα οδηγείται σε περιπέτεια υψηλού κινδύνου.
Ο πρωθυπουργός καλείται να απαντήσει εάν ενστερνίζεται την ανησυχία και τον έντονο προβληματισμό του Αντώνη Σαμαρά και του Κώστα Καραμανλή, που εκφράζουν μια ευρεία πλειοψηφία της συντηρητικής παράταξης, και της ελληνικής κοινωνίας και εάν είναι αποφασισμένος να συνεχίσει την πορεία που εκλογικά αποδείχτηκε ότι, όχι μόνο δεν αποδίδει, αλλά δυσαρεστεί. Σημειολογικά πρέπει να ληφθεί υπόψη και η συντηρητική στροφή σε ολόκληρη την Ευρώπη σε ζητήματα όπως ο “δικαιωματισμός” και το μεταναστευτικό.
Χθες ο Αντώνης Σαμαράς, με την ομιλία του άσκησε μια κλιμακωμένη, αλλά οξύτατη κριτική, επανακαταθέτοντας στην ουσία ένα πολιτικο-ιδεολογικό μανιφέστο. Επανέλαβε επί της ουσίας, τα όσα είχε επισημάνει στην τελευταία δημόσια εμφάνισή του στη Βουλή, κατά την ψήφιση του νομοσχεδίου για τον γάμο ομοφύλων, είχε πει: “Να προσέχει λοιπόν η κυβέρνηση: Η υπερβολική αυτοπεποίθηση, μπορεί να την οδηγήσει να ξεκοπεί από την πραγματικότητα… Και από την κοινωνία…”.
Και επανήλθε δριμύτερος: “Επειδή λοιπόν ο πρωθυπουργός δήλωσε ότι έκανε το σωστό με αυτό το νομοσχέδιο, αναρωτιέμαι εάν άκουγε τι του έλεγαν οι βουλευτές μας πριν λίγες ημέρες στη Βουλή. Εάν άκουσε την ψήφο του ελληνικού λαού. Δεν ξέρω ποιους ακούει αλλά ας καταλάβει ότι κάνει λάθος να επιμένει στο λάθος !”
Στη συνέχεια εμφανίστηκε ακόμα πιο δηκτικός, λέγοντας “Διερωτήθηκα, λοιπόν, δημοσίως, για τα εθνικά θέματα, “μα τόσο λάθος κάνουμε δύο πρώην πρόεδροι και πρωθυπουργοί;” Κι όχι μόνο δεν άκουγε ποτέ κανείς, αλλά αντιμετωπιστήκαμε με απαξίωση από την κυβέρνηση! Φθάσαμε στο σημείο, στο περιβόητο νομοσχέδιο για τον γάμο, να θέτω συγκεκριμένα ερωτήματα επί της ουσίας, κι όχι μόνο δεν μου απάντησε κανείς αλλά οργανώθηκαν “κενά έδρανα” την ώρα που μιλούσα…
Και συνεχίστηκαν τα πανηγύρια υπουργών, αγκαλιά με ΛΟΑΤΚΙ, στα θεωρεία της Βουλής την ώρα που το ένα τρίτο των βουλευτών της Παράταξής μας δεν το ψήφισε… . Αφήστε και τα γλέντια που ακολούθησαν σε μπαρ αμέσως μετά…
Αφού λοιπόν η κυβέρνηση αντιμετωπίζει έτσι ακόμη και τον πρώην πρωθυπουργό και πρόεδρό της, γιατί να μην σας θεωρήσει ο κόσμος αλαζόνες κύριοι;”
Για μια ακόμη φορά εξέφρασε την αγωνία του για το ιδεολογικό στίγμα της παράταξης, με ευθείες βολές:
“Πως και γιατί δημιουργήθηκε “η μικρότερη και πιο φοβική” Νέα Δημοκρατία όλων των εποχών, σε αυτές τις εκλογές; Μήπως ο ιστορικά μικρότερος αριθμός ψήφων δείχνει ότι το δέντρο, πράγματι, ούτε ψηλώνει, ούτε απλώνεται, ακριβώς διότι αποκόπηκε από τις ρίζες του;
Πως γίνεται όταν όλη η Δύση στρέφεται πιο Δεξιά, ορισμένοι να αναζητούν διαρκώς τους ανεμόμυλους ενός φαντασιακού κέντρου;
Πως μπορεί να λειτουργήσει μια κεντρο-δεξιά παράταξη χωρίς τη Δεξιά, και με ένα κέντρο -“φάντασμα”, που ο καθένας το ορίζει όπως θέλει; Ποιες κοινωνικές συμμαχίες, ποιες παραγωγικές τάξεις, ποιες ομάδες εργαζομένων, θα υπηρετήσουμε τότε; Με βάση και την πρόσφατη εκλογική συμπεριφορά της κοινωνίας, ποιες πολιτικές συμμαχίες θα συνάψει, αν χρειαστεί, η παράταξη, με ποιους, και σε ποια ιδεολογική κατεύθυνση;”
Ο Αντώνης Σαμαράς εξέφρασε την πλήρη απογοήτευσή του για τον τρόπο αντιμετώπισης της Ελλάδας από τους γείτονες της αφήνοντας αιχμές για την ακολουθούμενη εξωτερική πολιτική.
“Τα εθνικά θέματα. Η εικόνα της χώρας μας είναι αποκαρδιωτική. Τρώμε την μια προσβολή, την μια ταπείνωση, μετά την άλλη! Από τους Σκοπιανούς, τους Αλβανούς και, φυσικά, τους …”φίλους” μας τους Τούρκους. Είναι αδιανόητα όσα συμβαίνουν.”
Στο κλείσιμο της ομιλίας του ξεκαθάρισε για μια ακόμη φορά τη θέση του, απαντώντας στις αιτιάσεις διαφόρων κύκλων που προσπαθούν να ψέξουν τον πατριωτισμό του, αλλά και την στήριξη του στην παράταξη και τις παραδοσιακές ιδέες και αξίες της, που σήμερα είναι πιο επίκαιρές και πιο δημοφιλής από ποτέ, σημειώνοντας:
“Σε κάθε σταυροδρόμι πρέπει να επιλέξεις έναν δρόμο. Ανησυχώ βαθιά. Πρέπει η κατάσταση αυτή να διορθωθεί. Αυτές είναι οι θέσεις μου. Τις οποίες, για να μην έχουμε παρανοήσεις, ποτέ δεν διαπραγματεύτηκα για “μεγάλα αξιώματα”. Κι ούτε πρόκειται… Γιατί μας κοιτάει από απέναντι και η Ελλάδα, και η Ιστορία. Λέει ο Παλαμάς: “Κάλλιο γλίστρα στον δρόμο τον δικό σου παρά να μείνεις ορθός στο δρόμο του άλλου!” Το έχω αποδείξει στη διαδρομή μου. Υπηρετώ την πατρίδα και την παράταξη… Ήμουν, είμαι, και θα είμαι παρών!”
Οφείλουμε να επισημάνουμε το γεγονός και μόνον ότι βρέθηκαν στον ίδιο χώρο οι δύο πρώην πρωθυπουργοί και επέλεξαν το νόημα των ομιλιών τους να είναι ταυτόσημο και επικριτικό, καταδεικνύει την σύμπλευση Καραμανλή-Σαμαρά. Πολλώ δε μάλλον η ατάκα Καραμανλή, ανεβαίνοντας στο βήμα, αμέσως μετά τον Αντώνη Σαμαρά, “τι να πω εγώ τώρα”.
Το μήνυμα Καραμανλή προς τον Κυριάκο Μητσοτάκη συνοψίζεται στην αποστροφή της ομιλίας του : “Όταν δαιμονοποιείται η άλλη άποψη, όταν αντιμετωπίζονται ως εχθροί οι ανησυχούντες, τότε η οριστική ρήξη μαζί τους είναι αναπόφευκτη”.
Και υπερθεμάτισε τονίζοντας: “Αν δεν καταλαβαίνεις γιατί δυσανασχετούν και διαμαρτύρονται οι πολλοί, αν επιμένεις, κόντρα σε όλες τις ενδείξεις, ότι εσύ έχεις δίκιο και οι πολλοί άδικο, αν πιστεύεις ότι ξέρεις πάντα καλύτερα από αυτούς και η μόνη παραδοχή που κάνεις είναι ότι θα έπρεπε απλώς να το επικοινωνήσεις καλύτερα, είναι σχεδόν βέβαιο ότι εκείνοι έχουν δίκιο κι εσύ άδικο. Αν ούτε αυτό καταλαβαίνεις τα πράγματα είναι απείρως χειρότερα!”
Ο Κ. Καραμανλής στάθηκε ιδιαίτερα στις σχέσεις Αθήνας- Άγκυρας με την χαρακτηριστική συμπαγή θέση ότι δεν πρέπει να υπάρχει καμία υποχώρηση στα θέματα εθνικών συμφερόντων:
“Πιστεύω ότι καμμιά Ελληνική Κυβέρνηση δεν θα ήταν διατεθειμένη να υποχωρήσει σε μείζονα εθνικά θέματα και να αποδεχθεί ρυθμίσεις σε βάρος των εθνικών συμφερόντων. Πρώτον, διότι αποκλείω την πιθανότητα να το επιθυμεί. Αλλά επιπρόσθετα δεν θα μπορούσε, διότι θα βρισκόταν αντιμέτωπη με την ομόθυμη και σθεναρή αντίδραση των Ελληνίδων και των Ελλήνων.
Είναι λοιπόν αδύνατη και αδιανόητη η σύναψη συνυποσχετικού που θα κρύβει τεχνηέντως και εκ του πονηρού, υπό το πρόσχημα της προσφυγής στο ΔΔ της Χάγης για την οριοθέτηση της ΑΟΖ και της υφαλοκρηπίδας, την εκχώρηση με ασαφείς και διπλωματικά ευρηματικές διατυπώσεις, δικαιώματος στο ΔΔ να αποφανθεί περί του εύρους των χωρικών υδάτων ή ακόμα και της εδαφικής κυριαρχίας νήσων και βραχονησίδων. Είμαι κατηγορηματικός σε αυτό.”
Θα πρέπει να γίνει κατανοητό ότι οι απόψεις των δύο πρώην πρωθυπουργών είναι ταυτόσημες σε μία συγκυρία όπου οι κοινωνίες συντηρικοποιούνται υπό των φόβο μιας σειράς από ατζέντες που αποδυναμώνουν κοινωνικά και εθνικά δικαιώματα. Όποιος δεν έλαβε το μήνυμα, αναπόφευκτα οδηγείται στην πολιτική απομόνωσή και σταδιακά στον «πολιτικό θάνατο».
*Ο Δημήτρης Γ. Απόκης, είναι Διεθνολόγος, με ειδίκευση στην Αμερικανική Εξωτερική Πολιτική, Γεωπολιτική και Διεθνή Οικονομία. Απόφοιτος των πανεπιστημίων The American University, School of International Service, και The Johns Hopkins University, The Paul H. Nitze, School of Advanced International Studies της Ουάσιγκτον. Είναι μέλος του The International Institute for Strategic Studies, του Λονδίνου. Ως Δημοσιογράφος, υπήρξε επί σειρά ετών διαπιστευμένος ανταποκριτής στο Λευκό Οίκο, στο Στέητ Ντιπάρτμεντ και στο Αμερικανικό Πεντάγωνο.